Χριστός ένθρονος

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ «ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ «ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ» ΣΤΗΝ ΕΚΠΟΜΠΗ ΤΟΥ κ. ΜΑΡΙΟΥ ΚΑΣΣΙΑΝΙΔΗ «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ»

ΔΕΥΤΕΡΑ 13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2023

Μ. Κ.

 

Αγαπητοί ακροατές και αγαπητές ακροάτριες του ραδιοφώνου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου «Ο Αληθινός Λόγος» χαίρεται. Σήμερα θα έχουμε τη χαρά να συνομιλήσουμε με τον κ. Ανδρέα Χριστοφόρου. Ο κ. Ανδρέας Χριστοφόρου είναι νομικός και συνεργάτης στις Συνάξεις του Ιερού Καθεδρικού Ναού Αγίου Θεράποντος, Ζωγράφου. Συνάξεις που γίνονται υπό την εποπτεία του Αρχιερατικού, πατρός Χαραλάμπους Πανοπούλου.

 

Η προσωπική μας Προσευχή με βάση το «Πάτερ ημών» είναι το θέμα που θα μας απασχολήσει και στο σημείο αυτό να καλωσορίσουμε τον κ. Ανδρέα, που είναι σήμερα στην εκπομπή μας τηλεφωνικώς. Είναι χαρά μας που σας φιλοξενούμε στην εκπομπή μας και συνομιλούμε για ένα πολύ σημαντικό θέμα, που είναι η Προσευχή, η προσωπική μας Προσευχή με βάση, όπως είπαμε στην αρχή, το «Πάτερ ημών», την Κυριακή Προσευχή.

 

Πώς θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε άραγε αυτή τη συνομιλία μας, αυτή την προσέγγιση στο θέμα αυτό;

 

Α. Χ.

 

Νομίζω με την ίδια ακριβώς ανάγκη που ένιωσαν οι Άγιοι Απόστολοι, όταν ρώτησαν τον Χριστό, πώς πρέπει να προσεύχονται. Βέβαια για να νιώσει κάποιος την ανάγκη, πώς πρέπει να προσεύχεται, πρέπει να κατανοήσει, ότι αγαπώ τον Χριστό σημαίνει προσεύχομαι. Αγαπώ την Εκκλησία σημαίνει προσεύχομαι. Είναι κατεξοχήν σημαντικό αυτό, γιατί, χωρίς την ανάγκη για Προσευχή, μιλάμε για μια σχέση με την Εκκλησία, η οποία είναι επιφανειακή, η οποία δεν έχει να κάνει καθόλου με αυτό που οι Άγιοι Απόστολοι ήθελαν και ο Χριστός θέλει από μας.

 

Επομένως, το πιο σημαντικό από όλα είναι να έχουμε κατανοήσει, ότι η συνομιλία με τον Χριστό, αυτό είναι η Προσευχή, είναι ο πραγματικά αληθινός καρπός της σχέσης μας με Αυτόν. Είναι ο καρπός, είναι ανάγκη, είναι και καρπός. Χωρίς την Προσευχή δεν μπορεί να θεμελιωθεί τίποτα πνευματικό. Την προσωπική Προσευχή πρώτα και μετά βέβαια και την εκκλησιαστική Προσευχή.

 

Μ. Κ.

 

Στο σημείο αυτό, κ. Ανδρέα, επιτρέψτε μου να παραθέσω και κάποιες σκέψεις του αείμνηστου πατρός Γεωργίου Καψάνη πάνω σε αυτό το θέμα, ότι εμείς οι ορθόδοξοι, λέει, πιστεύουμε σε Θεό προσωπικό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα και αυτός ο Τριαδικός Θεός αποκαλύπτει τον Εαυτό του σε εμάς δια του Δευτέρου Προσώπου, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

 

Αφού ο Θεός λοιπόν είναι προσωπικός, δεν μπορούμε να τον γνωρίσουμε έξω από την αγαπητική μαζί Του σχέση που καλλιεργεί η Προσευχή. Αν ο Θεός λοιπόν ήταν ιδέα, θα μπορούσαμε να τον γνωρίσουμε με λογικές αποδείξεις. Προσεύχου λοιπόν και αγάπα τον Θεό για να τον γνωρίσεις, μπορούμε να πούμε σε κάποιον που ψάχνει για τον Θεό. Δια της Προσευχής λοιπόν ο απρόσιτος Θεός γίνεται σε εμάς προσιτός.

 

Α. Χ.

 

Βλέπουμε εδώ, ότι ο άγιος Γέροντας προσπαθεί ακριβώς να διαχωρίσει τον άνθρωπο που προσεύχεται στον προσωπικό Θεό, τον Πατέρα μας, δηλαδή τον Θεό, από κάποιον ο οποίος έχει υπόψη του τον Θεό σαν ιδέα, που αυτό δεν μας αφορά εμάς ως χριστιανούς.

 

Μ. Κ.

 

Να περάσουμε τώρα στο κυρίως θέμα που είναι η Κυριακή Προσευχή ως βάση της Προσευχής του πιστού χριστιανού με τον Θεό.

 

Α. Χ.

 

Ναι και θα το επεκτείνω ακόμη, κ. Κασσιανίδη, να πω ότι πραγματικά το «Πάτερ ημών», πρώτα είναι βέβαια η βάση για την προσωπική μας Προσευχή, αλλά όταν θα ακούσουμε το περιεχόμενο, όπως θα το αναλύσουμε, θα καταλάβουμε τελικά, ότι όλες οι Ακολουθίες, όλα τα Τροπάρια, τα πάντα, πηγάζουν από τα νοήματα τα οποία μας δίνει η Προσευχή του «Πάτερ ημών», διότι όλα, όλα . . . ουσιαστικά παρακαλούμε είτε τον Χριστό, είτε τους Αγίους μας να μεσιτεύσουν για την Άφεση των αμαρτιών μας στον Ουράνιο Πατέρα και να μας καλύψουν και τις διάφορες ανάγκες μας, να μας παρηγορήσουν. Όλα, όλα πηγάζουν ουσιαστικά από το «Πάτερ ημών», το οποίο βέβαια είναι Θεόπνευστο. Είναι αυτό που ο ίδιος ο Χριστός έχει πει στους Μαθητές και σε όλους εμάς.

 

M. K.

 

Aξίζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε, ότι από τους Αποστόλους, από την Παναγία μας πέρασε αυτή η Προσευχή. Την καταγράφει μάλιστα και ο Ματθαίος στο Ευαγγέλιό του, στο έκτο κεφάλαιο, στίχους 9-13. Περνά σε εμάς σήμερα, τόσες χιλιάδες χρόνια μετά, ως η Προσευχή που, όπως είπατε και εσείς, χρησιμοποιείται σε όλες τις Ακολουθίες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Μπορούμε να αναφέρουμε και κάποια στοιχεία, ότι 16 φορές στις Ακολουθίες του ημερονυκτίου απαγγέλλεται το «Πάτερ ημών», η Κυριακή Προσευχή, ενώ κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή 22 φορές.

 

Α. Χ.

 

Φοβερό! Δεν ήξερα αυτό ακριβώς με τα νούμερα, αλλά εκτός από το ότι το ίδιο το «Πάτερ ημών» . . . αυτό που θέλω να τονίσω, κ. Κασσιανίδη είναι, ότι και όλα τα Τροπάρια, αν τα προσέξουμε, περιέχουν βασικά το «Πάτερ ημών», δηλαδή έχουν μέσα τις σχέσεις και τα νοήματα, τα οποία αναφέρονται στο «Πάτερ ημών» και θα το δούμε στη συνέχεια, στην ανάλυση που θα κάνουμε, για να κατανοήσουμε καλύτερα τι θέλω να πω με αυτό.

 

Μ. Κ.

 

Μπορούμε ακριβώς να πάμε τώρα στο κυρίως μας θέμα, που είναι η Κυριακή Προσευχή. «Πάτερ ημών», λοιπόν, αρχίζει αυτή η Προσευχή, που μας παρέδωσε ο Κύριός μας, αγαπητέ κ. Ανδρέα. Αποκαλούμε λοιπόν τον Θεό Πατέρα μας.

 

Α. Χ.

 

Μάλλον μας προτρέπει ο Χριστός να αποκαλούμε τον Θεό Πατέρα μας. Τι εννοώ. Ο κόσμος όλος ήξερε τον Θεό σαν δημιουργό, σαν δυνατό, σαν φωτιά, οτιδήποτε, αλλά το να αποκαλούμε τον Θεό Πατέρα μας είναι κατά παραχώρηση του Υιού Του, δηλαδή μόνο ο Χριστός θα μπορούσε να μας εξουσιοδοτήσει να λέμε τον Πατέρα Του Πατέρα μας.

 

Είναι πολύ σημαντικό αυτό και για να καταλάβουμε τα νοήματα, πρέπει να κάνουμε μια μικρή αναδρομή στην Πτώση των Πρωτοπλάστων, για να καταλάβουμε, γιατί το επίκεντρο του «Πάτερ ημών» ουσιαστικά είναι το, «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».

 

Το επίκεντρο είναι εκεί, διότι ο άνθρωπος, όπως γνωρίζουμε, έπεσε και δεν μετανόησε και όχι μόνο δεν μετανόησε γιατί έπεσε, αλλά τελικά έριξε ο ένας το φταίξιμο στον άλλον. Ο Αδάμ στην Εύα, η Εύα στον όφι και ως αμετανόητοι πια εκδιώχθηκαν από τον Θεό Πατέρα μας από τον Παράδεισο. Δηλαδή, επήλθε η πλήρης αποξένωση του ανθρωπίνου γένους από τη σχέση του με τον Τριαδικό Θεό.

 

Επομένως χάθηκε όχι μόνο κάθε αίσθηση ότι είναι Θεός μας, αλλά και κάθε αίσθηση, ότι είναι Πατέρας μας, που είναι η πιο κοντινή σχέση. Γι’ αυτό, ακριβώς επειδή ο Χριστός εσαρκώθη, δηλαδή φόρεσε το ανθρώπινο σώμα, την ανθρώπινη φύση, όντας Θεός πήρε την ανθρώπινη φύση όπως ξέρουμε και έγινε άνθρωπος, τώρα με αυτή την Προσευχή ουσιαστικά μας καλεί να γυρίσουμε πίσω, εκεί από όπου έχουμε φύγει σαν ανθρώπινη φύση, σαν άνθρωποι δηλαδή, στο Θεό Πατέρα.

 

Διότι, βέβαια, ο Θεός Πατέρας, όταν έδωσε την Εντολή δια του Υιού του, να μην φάμε τον απαγορευμένο καρπό της γνώσης του καλού και του κακού, αυτό που θα ήθελε, ήταν να τηρήσουμε την Εντολή Του. Οπότε, αν τηρούσαμε την Εντολή Του, τότε η αίσθηση της Πατρότητας του Θεού Πατέρα και της αδελφικής σχέσης με τον Υιό Θεό και της ζωής του Αγίου Πνεύματος θα ήτανε αμέσως εφικτή.

 

Αυτό ήταν το ζητούμενο, αλλά ο άνθρωπος δυστυχώς, αντί να απωθήσει αυτό το πράγμα, επέλεξε την αυτονομία του, συνεπικουρούμενος και από το διάβολο και βρέθηκε τελικά αποξενωμένος, θα το πω έτσι πολύ απλά, από την Αγία Οικογένεια, από την οικογένεια που είναι η Αγία Τριάδα, Πατήρ, Υιός και Πνεύμα Άγιον.

 

Έρχεται τώρα Αυτός ο οποίος έχει αποσταλεί από τον Θεό Πατέρα, ο Υιός δηλαδή, εν σαρκί, ο Θεάνθρωπος Χριστός, να μας καλέσει να γυρίσουμε πίσω. Αυτό είναι η θεμελίωση της ανάγκης της Προσευχής του «Πάτερ ημών» και βλέπουμε πάλι εδώ, ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού δεν λέει “Πατέρα μου”, λέει “Πατέρα μας”, να λέμε.

 

Είναι και κάτι άλλο πολύ σημαντικό, ότι ο Χριστός στην προσωπική Προσευχή του καθενός θέλει να έχουμε την αίσθηση, πρώτον ότι απευθυνόμαστε στον Πατέρα, στον Πατέρα μας, επομένως όλοι μαζί είμαστε αδέρφια, είμαστε μια οικογένεια. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό και αυτά βέβαια δεν είναι συναισθηματικά, αυτά είναι οντολογικά, πραγματικά δηλαδή γεγονότα και έχει μεγάλη σημασία αυτό το πράγμα να το κατανοήσουμε.

 

Μ. Κ.

 

Διότι σταματούμε να είμαστε εγωιστές, όταν προσευχόμαστε στον Θεό Πατέρα όλοι για έναν και ένας για όλους. Προσευχόμαστε στον Θεό Πατερά μας, στον οποίο χρωστούμε τη δημιουργία μας και τη ζωή μας, αφού είναι δημιουργός και ζωοδότης.

 

Α. Χ.

 

Και μετά την ευγνωμοσύνη μας, που μας έστειλε τον Υιό Του για να μας επαναφέρει στην Πατρική αγκάλη. Βασικά αυτό είναι το σωτηριώδες έργο του Χριστού. Πήρε σάρκα, έκανε θαύματα, κήρυξε, μας έδωσε τη διδασκαλία, δηλαδή τη ζωή του Αγίου Πνεύματος, με λόγια, με τις Εντολές Του, μας κάλεσε σε Μετάνοια και μετά, για να ζήσουμε τη Μετάνοια, σταυρώθηκε, για να πάρουμε τη Μετάνοια ξανά πίσω που τη χάσαμε, την Άφεση των αμαρτιών με την Ανάσταση, που την χάσαμε και μετά βέβαια τη θέση εκ δεξιών του Πατρός που τη χάσαμε, με την Ανάληψή Του και την εκ Δεξιών Καθέδρα και την ίδρυση της Εκκλησίας με την Πεντηκοστή.

 

Πρέπει να πούμε, όσον αφορά το «Πάτερ ημών», για τη φράση «Πάτερ ημών» πολλά μπορούν να λεχθούν, αλλά επειδή θα ακολουθήσουν και άλλα νοήματα βέβαια, εάν συμφωνείτε, να συνεχίσουμε παρακάτω.

 

Μ. Κ.

 

Για να μπορέσουμε να συνοψίσουμε τα νοήματα όλης της Προσευχής «Πάτερ ημών», θα χρειαζόταν ίσως μια ολόκληρη εκπομπή, για να παρουσιαστούν όλα αυτά, που προσπαθούν έτσι να δώσουν το νόημα αυτής της σπουδαίας φράσης, «Πάτερ ημών» και πιστεύω, ότι έτσι με τα λίγα λόγια που μεταφέραμε εμείς έγινε κατανοητό στους ακροατές μας το τι ακριβώς σημαίνει το να αποκαλούμε τον Θεό και δημιουργό μας Πατέρα μας. Γι’ αυτό και νομίζω τώρα θα ήταν η ευκαιρία να προχωρήσουμε παρακάτω.

 

«Ο εν τοις ουρανοίς». Γνωρίζουμε, κ. Ανδρέα, ότι ο Θεός μας είναι «πανταχού παρών», βρίσκεται παντού, στη γη και στους ουρανούς, μαζί μας και δίπλα μας, αλλά και ψηλά. Εδώ λέμε μόνο στους ουρανούς.

 

Τι θέλουμε να δείξουμε άραγε με αυτό;

 

Α. Χ.

 

Πριν προχωρήσω, επειδή μου βγαίνει καρδιακά κ. Κασσιανίδη, να πω κάτι το οποίο νομίζω θα μας συγκλονίσει. Ο αρχιμανδρίτης Χερουβείμ, που ίδρυσε τη Μονή του Παρακλήτου στην Αθήνα, έχει γράψει ένα θαυμάσιο βιβλίο: «Νοσταλγικές αναμνήσεις από το περιβόλι της Παναγίας» και εκεί περιγράφει τη ζωή των ασκηταριών, εκεί γύρω γύρω από τον Άθωνα, και κάποια στιγμή αναφέρει την επίσκεψή τους στον Άγιο Σωφρόνιο του Έσσεξ, που ζούσε εκεί σε μια σπηλιά, ο οποίος του εκμυστηρεύτηκε, ότι τα βράδια σήκωνε τα χέρια του στον ουρανό και ξεκινούσε να πει το «Πάτερ ημών». Και τόσο πολύ συγκλονιζόταν από την έννοια του «Πάτερ ημών», που ως το πρωί δεν μπορούσε να συνεχίσει.

 

Αυτό το πράγμα δείχνει ακριβώς αυτό που θέλουμε να τονίσουμε, ότι πόσο σημαντικό είναι ο άνθρωπος να ξεκινήσει την Προσευχή έχοντας αυτή την αίσθηση. Διότι, εάν δεν ξεκινήσουμε με αυτή την αίσθηση κ. Κασσιανίδη, δεν θα καταλήξουμε εκεί που θέλουμε να καταλήξουμε.

 

Και για να τελειώσουμε αυτό, νομίζω ότι κάθε άνθρωπος ο οποίος θα διαβάσει το Ευαγγέλιο ή θα θυμηθεί μια από τις Εντολές του Χριστού, η πιο απλή αίσθηση που έχει, όντας βέβαια βαφτισμένος ορθόδοξος χριστιανός, είναι ότι τα λόγια αυτά μαρτυρούν τον Πατέρα. Δηλαδή ένας που θα ανοίξει την Καινή Διαθήκη ή θα ακούσει στην Εκκλησία ή θα φέρει στο μυαλό του μια από τις Εντολές του Χριστού, η πρώτη αίσθηση που του δίνεται είναι ότι είναι Πατρική φωνή. Γι’ αυτό ο Χριστός το είπε με τόση απλότητα να λέμε «Πάτερ ημών», διότι θα μπορούσε κάποιος να του πει, πως θα πούμε «Πάτερ ημών» από την στιγμή που δεν τον γνωρίζουμε.

 

Και όμως. Γνωρίζεται ακριβώς μέσα από τις Εντολές, μέσα από το κήρυγμα του Χριστού, μέσα από το Ευαγγέλιο. Η πρώτη αίσθηση . . . όπως ένα παιδάκι, μπορεί να ακούει διάφορες φωνές, αλλά, όταν θα μιλήσει η μάνα του, θα καταλάβει, ότι αυτή είναι η μάνα του, έτσι κι εμείς, ως παιδάκια της Εκκλησίας, η πρώτη αληθινή αίσθηση, που μαρτυρεί ότι πράγματι έχουμε διαβάσει, έχουμε ακούσει μια Εντολή, είναι ότι μέσα στην καρδιά μας δημιουργείται αυτή η προαίσθηση, ότι μιλούμε στον Πατέρα μας. Αυτό, τώρα, το συνδέω ακριβώς με τον επόμενο λόγο.

 

Γιατί λέμε, «ο εν τοις ουρανοίς»;

 

Bέβαια, ο Θεός είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών», αλλά η ποιμαντική της Σωτηρίας του ανθρώπου ξεκινά από τον ουρανό, για να κατανοήσει ο άνθρωπος, ότι ο Θεός είναι και στη γη. Δηλαδή, αν δεν ανυψώσει ο άνθρωπος τον νου του στον ουρανό, αν δεν αγαπήσει «εξ όλης ψυχής, διανοίας και ισχύος» τον Θεό, για να πάρει από κει το Πνεύμα το Άγιο . . . Από τον ουρανό θα πάρει το Πνεύμα το Άγιο, για να μπορέσει να καταλάβει, ότι ο Θεός είναι και στη γη.

 

Γι’ αυτό και πραγματικά, όσο ο άνθρωπος ωριμάζει στην Προσευχή και ενώνεται με τον Τριαδικό Θεό, ενώ ξεκινά πρώτα να μιλά στον Πατέρα, στον Υιό, στο Άγιο Πνεύμα και στους Αγίους, τελικά νιώθει σιγά σιγά με το χρόνο, ότι η Προσευχή σαν να κατεβαίνει στη γη, και όταν κοιτάζει τα δέντρα, τα πουλιά, τον ουρανό και τη γη, τα πάντα του φαίνονται αδελφικά, διότι βλέπει μέσα στα πάντα την παρουσία του Τριαδικού Θεού. Αλλά αυτό είναι μια εξέλιξη και ωριμότητα της Προσευχής.

 

Η αρχή της Προσευχής – και είναι πάντοτε αρχή, διότι πάντα είναι αρχή και πάντα τέλος μια Προσευχή, δεν είναι ποτέ μόνο αρχή, μόνο τέλος – ξεκινά στον ουρανό. Και ο Πατέρας μας κατοικεί στους ουρανούς με αυτήν την έννοια που είπε ο ίδιος ο Χριστός, «πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν».

 

Επομένως και από τα λόγια του Χριστού φαίνεται, ότι ακριβώς ο Θεός είναι Πνεύμα, γι’ αυτό και “η κατοικία Του”, μέσα σε εισαγωγικά θα μπορούσαμε να πούμε αυτή τη λέξη, είναι ο ουρανός. Γι’ αυτό και λέμε η Βασιλεία των Ουρανών, αλλά στην πραγματικότητα ισχύει αυτό που λέτε εσείς κ. Κασσιανίδη, ότι δεν είναι μόνο στον ουρανό. Είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Έχει σημασία αυτή η αναφορά στον ουρανό με τον τρόπο που είπαμε προηγουμένως.

 

Μ. Κ.

 

Ίσως θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και το εξής, κ. Ανδρέα, ότι ως άνθρωποι που προσευχόμαστε με το «Πάτερ ημών» στον Πατέρα μας τον «εν τοις ουρανοίς» θέλουμε ίσως να δείξουμε και το σημείο που επιθυμούμε να φτάσουμε, δηλαδή τον Παράδεισο.

 

Όλοι ξέρουμε, ότι ο Θεός είναι παντού, αλλά εμάς μας ενδιαφέρει το μέλλον, αγωνιούμε για τον Παράδεισο με αυτήν την έννοια. Ζούμε στη γη, απολαμβάνουμε τα επίγεια υλικά αγαθά, αλλά και τα πνευματικά, γι’ αυτό και λέμε «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς», επειδή θέλουμε να απολαύσουμε τη σχέση μας με τον Θεό και στον ουρανό, δηλαδή στον Παράδεισο. Έτσι αισθάνομαι με αυτά που λέτε για την ερμηνεία ακριβώς του ουρανού ως της Βασιλείας του Θεού, τον Παράδεισο δηλαδή.

 

Α. Χ.

 

Στη λέξη “ουρανός” μπορούμε να δώσουμε και μια άλλη ερμηνεία, δηλαδή μέσα από την πνευματική ζωή, ότι επειδή στη γη τώρα κυριαρχεί η αμαρτία, ανεβαίνουμε στον ουρανό, για να πάρουμε από εκεί το Πνεύμα το Άγιο, για να μπορέσει μετά αυτό το Πνεύμα το Άγιο να επανέλθει στη γη, μέσα στο σώμα μας, μέσα στην ψυχή μας και από κει και πέρα και σε όλα τα επίγεια όντα.

 

Έτσι είναι η Προσευχή. Δηλαδή οι Άγιοι, όταν προσεύχονταν, ουσιαστικά κατέβαζαν το Πνεύμα το Άγιο από τον ουρανό στη γη και καθαγιάζανε, επανέφεραν να το πω έτσι . . . γίνεται αποκατάσταση της σχέσης όλων των όντων, ανθρώπων και δημιουργημάτων με τον Τριαδικό Θεό. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία η αναφορά στο «εν τοις ουρανοίς», διότι εκεί κατοικεί η Αγία Τριάδα, εκεί, όπως πολύ ωραία είπατε, είναι το τέρμα, δηλαδή ο Παράδεισος, η Βασιλεία των Ουρανών.

 

Μ. Κ.

 

Παρακάτω βλέπουμε κ. Ανδρέα να αναφέρει η Κυριακή Προσευχή: «αγιασθήτω το όνομά σου». Δηλαδή, κάνε να σε δοξάσουν όλοι ως Θεό, να δοξαστεί το όνομά Σου, Θεέ μου. Αυτό ζητούμε λοιπόν στην Προσευχή. Γνωρίζουμε ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη από την δική μας δόξα, αλλά αντιθέτως εμείς έχουμε ανάγκη να βιώσουμε λίγο από τη δόξα Του. Συμφωνείτε;

 

Α. Χ.

 

Ακριβώς, αυτό θα έλεγα κι εγώ. Γι’ αυτό λέμε «αγιασθήτω», είναι προστακτική. Από εμάς να αγιάζεται ο Θεός, αλλά μέσα στη ζωή μας, εννοεί. Ο Άγιος Θεός να περάσει μέσα στη ζωή μας, δηλαδή η λέξη «αγιασθήτω» είναι να αγιάζεται η ζωή μας με την παρουσία του Θεού.

 

Ουσιαστικά, το Πνεύμα το Άγιο . . . Λόγω της πτώσης του ανθρώπου, έγινε άρχοντας του κόσμου τούτου ο πειρασμός, ο Σατανάς. Με τη Μετάνοια και την πνευματική ζωή γίνεται ακριβώς το ανάποδο. Εκδιώκεται ο πειρασμός με τα Μυστήρια της Εκκλησίας, τη Μετάνοια και την Προσευχή του ανθρώπου και έρχεται, επανέρχεται δηλαδή, έρχεται στη γη Αυτός που είναι ο Κύριος της γης, που είναι ο Τριαδικός Θεός. Αυτό είναι ο αγιασμός. Γι’ αυτό βλέπετε η Εκκλησία, πέρα από το «Πάτερ ημών», αγιάζει τα ύδατα κ.τ.λ.

 

Όλα τα Μυστήρια τι είναι;

 

Είναι ακριβώς αναφορά του «αγιασθήτω το όνομά σου». Το πρώτο Μυστήριο είναι το Βάπτισμα και μετά η Μετάνοια. Με αυτά τα Μυστήρια και τα υπόλοιπα, Εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία, Θεία Λειτουργία, Ευχέλαιο κ.λ.π., κάθε Προσευχή της Εκκλησίας, κάθε Ακολουθία είναι ακριβώς αυτή η φράση, «αγιασθήτω το όνομά σου».

 

Γι’ αυτό είπα στην αρχή, ότι θα δούμε σιγά σιγά ότι το «Πάτερ ημών» είναι βασικά το θεμέλιο του αγιασμού του κόσμου, δηλαδή είναι η θεμέλιος σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, όπως ο ίδιος ο Χριστός μας την έδωσε. Είναι θεραπευτική Προσευχή πρώτα και μετά αγιαστική και δοξαστική και αφορά όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής.

 

Μ. Κ.

 

Θα μπορούσαμε να δώσουμε και μία προέκταση σε αυτό το κεφάλαιο του «αγιασθήτω το όνομά σου» λέγοντας και το εξής. Όταν ο άνθρωπος επικαλείται το όνομα του Θεού, του Ιησού Χριστού, όπως γνωρίζουμε και μέσα από την μικρή, αλλά τόσο σημαντική και αγιαστική ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», αγιάζεται ο άνθρωπος και ζητούμε να μας αξιώσει, όπως είπαμε και προηγουμένως, του αγιασμού, ώστε όλοι βλέποντάς μας ουσιαστικά να Τον δοξάζουν.

 

Όπως λέει και αλλού το Ευαγγέλιο, με αυτόν τον τρόπο μας λέει ο Χριστός «ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς». Άρα με το να εξαγιάζεται ο άνθρωπος που επικαλείται το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού δοξολογείται ο Θεός διά του ανθρώπου αυτού.

 

Α. Χ.

 

Είναι πολύ σημαντικό να πούμε, με αφορμή αυτό το πράγμα που είπαμε τώρα, αυτό που λέει το Ευαγγέλιο. Νομίζω ότι εδώ γίνονται οι πολλές εκτροπές. Λέει ο Χριστός: «ου πάς ο λέγων μοι Κύριε Κύριε εισελεύσεται εις την Βασιλείαν των Ουρανών, αλλά ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς».

 

Δηλαδή, με το να πάρουμε έναν κομποσκοίνι και να λέμε, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», δεν αγιάζεται το όνομα του Θεού από εμάς, αλλά υπάρχει η προϋπόθεση αυτού που λέει, να «ποιούμε το θέλημα του Πατρός». Πολλοί ρωτούν, καλά ποιο είναι το θέλημα του Πατρός; Μπορεί να νομίζουν πολλοί ότι το θέλημα του Πατρός είναι να γίνεις αστυνομικός ή γιατρός ή δικηγόρος. Σε αυτά όμως ο Θεός μας αφήνει ελεύθερους.

 

Το θέλημα του Πατρός – το έχει πει νομίζω δυο φορές, στις οποίες αποκαλύφθηκε, δηλαδή στη Βάπτιση του Χριστού και στη Μεταμόρφωση – είναι, «αυτού ακούετε». «Αυτού ακούετε», του Χριστού, δηλαδή να ακούμε τον Χριστό, δηλαδή να τηρούμε τις Εντολές Του. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Η τήρηση των Εντολών σημαίνει να αντιληφθούμε τη σημαίνει φυλάσσω με προσοχή.

 

Τι φυλάσσουμε με προσοχή;

 

Κάτι που είναι θησαυρός. Για να αγιάζεται το όνομα του Θεού και να μπορέσουμε να προσευχόμαστε σωστά πρέπει το θεμέλιο της ζωής μου να είναι η αγάπη των Εντολών του Θεού ως θησαυρός της καρδιάς μας, διότι λέει αλλού, ότι «όπου βρίσκεται ο θησαυρός σας, εκεί είναι και η καρδιά σας».

 

Χωρίς αγάπη για τις Εντολές του Θεού, που είναι βασικά ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται η ζωή της Αγίας Τριάδος και κατ’ επέκταση, επειδή είπε ο Χριστός δυο πράγματα, ότι «από την καρδία του ανθρώπου εκπορεύεται πάσα κακία» και «δεν είναι τα εισερχόμενα τα κακά, αλλά τα εξερχόμενα» από τη μια και από την άλλη έχει πει, «και αν πάντα ταύτα ποιήσητε, αχρείοι δούλοι εστέ», της αμαρτίας εννοεί, βλέπουμε ότι από τι μια μας δίνει τις Εντολές Του και από την άλλη μας φανερώνει ότι έχουμε μέσα μας το κακό, την αμαρτία δηλαδή.

 

Επομένως, από τη στιγμή που ένας θέλει να βιώσει και να τηρήσει τις Εντολές του Θεού, σημαίνει ότι του αποκαλύπτεται μέσα του η ενυπάρχουσα αμαρτία και η ανάγκη της Μετάνοιας και της συγχωρέσεως των αμαρτιών από τον Χριστό και την Εκκλησία.

 

Μέσα σε αυτή τη φράση, «αγιασθήτω το όνομά σου» . . . ουσιαστικά θα έλεγα με μια λέξη, «αγιασθήτω το όνομά σου» σημαίνει αγαπώ τις Εντολές του Χριστού και τη Μετάνοια, διότι χωρίς αυτό κινδυνεύουμε να κρατάμε ένα κομποσκοίνι και να λέμε όλη μέρα, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» και να μη μας ενδιαφέρουν καθόλου οι Εντολές του Χριστού, να μην μας ενδιαφέρει βασικά ο άλλος άνθρωπος.

 

Γι’ αυτό οι Εντολές του Θεού είναι η ρύθμιση των σχέσεών μας με τον άλλο μέσω της Αγίας Τριάδος. Αυτό είναι οι Εντολές του Θεού, οι οποίες έχουν ως επίκεντρο τη Μετάνοια τη δική μας και όχι τη Μετάνοια του άλλου. Να βγάλουμε το δικό μας δοκάρι πρώτα, για να μπορέσουμε να βγάλουμε το καρφάκι του άλλου, δηλαδή την καταπολέμηση του εγωκεντρισμού.

 

Διότι ακριβώς, «αγιασθήτω το όνομά σου», Θεέ μου, σημαίνει καταπολέμηση του εγωκεντρισμού μου. Δεν μπορεί να αγιαστεί μέσα μου ο Θεός, εάν υπάρχει μέσα μου η πηγή της κακίας, δηλαδή ο εγωκεντρισμός ο οποίος νικιέται με την αγάπη των Εντολών του Θεού, η οποία γεννά εν Αγίω Πνεύματι το Μυστήριο της Μετάνοιας.

 

Διότι όταν λέμε τη λέξη Μετάνοια, δεν σημαίνει ότι κάνουμε μια σκέψη ότι είμαστε κακοί και το ένα και το άλλο. Είναι μυστήριο. Δηλαδή, το Πνεύμα το Άγιο το ίδιο, μέσα από τον αγιασμό που επιθυμούμε, μας αποκαλύπτει τα βάθη της καρδιάς και την αμαρτωλότητά μας, είτε με συγκεκριμένες πράξεις αμαρτωλές, είτε με διαθέσεις, είτε με επιθυμίες και γενικά με όλη μας την ζωή.

 

Για να συνοψίσουμε.

 

Δεν μπορείς να πεις, «αγιασθήτω το όνομά σου» στο Θεό, αν δεν αγαπάς τις Εντολές, θέλεις να τις κάνεις ζωή σου, δηλαδή θησαυρό σου, και η απόδειξη ότι το θέλεις είναι η Μετάνοια που σου προσφέρεται μετά από το Άγιο Πνεύμα, από τον Χριστό.

 

Μ. Κ.

 

Μάλιστα. Πολύ καλά κάνετε και το αναπτύξατε το ζήτημα αυτό και το εξηγήσατε τόσο όμορφα, για να γίνει από όλους μας κατανοητό το νόημα αυτής ακριβώς της στάσης που οφείλει να κρατεί ο ορθόδοξος χριστιανός που θέλει να πορεύεται σωστά στην εν Χριστώ ζωή του, και ίσως τώρα μπορέσουμε να προχωρήσουμε και παρακάτω στο «ελθέτω η βασιλεία σου». Η Βασιλεία του Θεού, λοιπόν.

 

Α. Χ.

Από τη στιγμή που ο άνθρωπος καρδιακά μετανοεί, αισθάνεται πρώτα την Άφεση των αμαρτιών του, “ξαλάφρωμα”, που λέμε έτσι απλά, ειρήνη, χαρά και το επόμενο είναι λέει, «ζωήν αιώνιον».

 

Ποια είναι η αιώνιος ζωή;

 

Η Βασιλεία των Ουρανών. Επομένως το «ελθέτω η βασιλεία σου» είναι ακριβώς ο πόθος να ζήσει ο άνθρωπος, μέσα από τις Εντολές του Χριστού, τη Μετάνοια και μέσα από τη Μετάνοια την Άφεση των αμαρτιών, η οποία Άφεση των αμαρτιών θα ανοίξει στους οφθαλμούς και στην καρδιά του μετανοούντος την όραση και την βίωση της Βασιλείας των Ουρανών.

 

Οπότε την επιθυμεί και κραυγάζει και φωνάζει: «ελθέτω η βασιλεία σου». Είναι πόθος αυτός. Η προηγούμενη αίτηση – «αγιασθήτω το όνομά σου» – είναι προστακτική. Τώρα είναι πόθος, «ελθέτω η βασιλεία σου». Ποθώ. Δεν γίνεται να προσευχόμαστε καθηκοντολογικά. Εδώ σε αυτή τη λέξη, «ελθέτω» θα μπορούσε να υπάρχει έρωτας. Υπάρχει πόθος. Υπάρχει μανία. «Εξ όλης ισχύος» «ελθέτω η βασιλεία σου».

 

Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν μπορεί να γεννηθεί τελικά ο καρπός της Προσευχής που είναι βέβαια, μέσα από τη Μετάνοια, η ένωση με τον Χριστό και την Εκκλησία. Αυτός είναι ο τελικός καρπός.

 

Μ. Κ.

 

Προχωρούμε παρακάτω που λέει, «γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης». Να γίνει δηλαδή, αυτό σημαίνει το «γενηθήτω» με ένα νι και όχι “γεννηθήτω” με δυο νι, που σημαίνει γέννα, αλλά «γενηθήτω», να γίνει «το θέλημά Σου» και από τους ανθρώπους, όπως γίνεται από τις Επουράνιες Δυνάμεις, θα μπορούσαμε να δώσουμε μια απόδοση στη νεοελληνική. «Ως εν ουρανώ και επί της γης»: όπως στον ουρανό δηλαδή δοξάζεται ο Θεός από τους Αγίους Αγγέλους, έτσι και στη γη.

 

Α. Χ.

 

Εδώ βλέπουμε . . . Βασικά, ξεκινήσαμε από το «Πάτερ ημών», ξεκινήσαμε μια αγαπητική σκάλα, να το πω έτσι, ανεβαίνουμε τις αγαπητικές βαθμίδες, για να συναντήσουμε τον Θεό τώρα και βλέπουμε το «γενηθήτω το θέλημά σου» είναι ακριβώς η επόμενη έξαρση της αγάπης μας προς το Θεό.

 

Βλέπουμε, ότι το θέλημα του Θεού είναι να βιώνουμε την αγάπη Του, να ζούμε την αγάπη, όπως και Εκείνος τη ζει. Να ζούμε τη ζωή Του. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από το να σου δίνει κάποιος τη ζωή του και ακριβώς το θέλημα του Θεού αυτό είναι.

 

Από την αρχή αυτό ήτανε. Σε αυτό κάλεσε τον Αδάμ, να ζήσει τη ζωή Του και το κλειδί ήταν η Κένωση. Δηλαδή, αν έλεγε εκείνη την ώρα ο Αδάμ του Θεού: Κύριε, γιατί με προτρέπεις να φάω τον καρπό για να γνωρίζω το καλό και το κακό; Εγώ θέλω να γνωρίσω από Εσένα το καλό και το κακό. Αυτό ήθελε ο Θεός να πει ο Αδάμ: Όχι. Το καλό και το κακό ο Θεός θα μου το λέει, όχι το δέντρο, μια αυτόνομη ενέργεια, μια αυτογνωσία, αλλά μια Θεογνωσία, μέσα από τη σχέση με το Θεό Πατέρα, δια του Υιού, εν Πνεύματι Αγίω.

 

Εδώ, λοιπόν, συνεχώς φωτίζεται ο προσευχόμενος άνθρωπος, βλέποντας πόση αγάπη υπάρχει στον ουρανό και να γίνεται το θέλημα του Θεού, όλα να λειτουργούν με την αγάπη Του, αυτό είναι το θέλημά Του, και λέει: «ως εν ουρανώ και επί της γης». Δηλαδή βλέπουμε τι γίνεται στον ουρανό, αισθανόμαστε αυτή την αγάπη και θέλω αυτό να επικρατήσει και στη γη. Όχι μόνο σε μένα τον Αντρέα και σε εσένα τον Μάριο. Στη γη, σε όλους δηλαδή. Είναι τόσο αληθινή αυτή η ζωή της αγάπης που βιώνεται στον ουρανό και της δόξας του Θεού, αλλά και της αγάπης μεταξύ των ανθρώπων, που είναι το επιθυμητό τελικά να βιωθεί και στη γη.

 

Βλέπετε, ξεφεύγουμε από τα ατομικά όρια, ξεφύγαμε από το θέμα του, “εγώ είμαι ο Ανδρέας”. Μέσω εμού θέλω αυτό να εφαρμοστεί σε όλη τη γη, σε όλους τους ανθρώπους, διαφορετικά δεν έχω Εκκλησιαστική συνείδηση, αν περιορίζομαι στον εαυτό μου. Αγιασμός δεν είναι να αγιάσω εγώ. Αγιασμός είναι να αγιάζουμε και να αγιάζουν τα πάντα γύρω μου. Και έτσι είναι, διαφορετικά δεν υπάρχει σωστός αγιασμός.

 

Μ. Κ.

 

Έτσι είναι ακριβώς και μάλιστα, για να θυμηθούμε και τα προλεγόμενά μας, αναφερθήκαμε και πάλι στις Εντολές του Θεού. Το θέλημα του Θεού φανερώνεται μέσα από τις Εντολές, πίσω από τις οποίες κρύβεται ο ίδιος ο Θεός. Όποιος τηρεί, θέλω να πω, τις Εντολές του Θεού ενώνεται με Αυτόν. Έτσι είχαμε πει και προηγουμένως και είχατε πει και για την τέλεια αγάπη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που έφτασε μέχρι τον Σταυρό.

 

Πρώτος ο Χριστός είδαμε να κάνει τέλεια υπακοή στο θέλημα του Πατρός, με την εκούσια Σταύρωση και ακριβώς με την τέλεια υπακοή και την κατάργηση της κακίας γίνεται η γη ουρανός. Συνοψίζοντας αυτά τα ωραία λόγια που μας αναφέρατε, κ. Ανδρέα, μπορούμε να πάμε στο επόμενο σημείο της Προσευχής που λέει: «τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον». Είναι μεγάλο θέμα και θα θέλαμε έτσι να το προσεγγίσουμε εκτενώς.

 

Α. Χ.

 

Εμένα με συγκλονίζει, κ. Κασσιανίδη, το πόσο επίγειος γίνεται εδώ ο Χριστός. Πόσο ορθόδοξη είναι αυτή η έκφραση, η οποία αναφέρεται στις καθημερινές μας ανάγκες. Ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα και αγωνιά, επειδή ακριβώς είχε αποξενωθεί από τον Θεό. Μην ξεχνάμε ποτέ το Προπατορικό Αμάρτημα, το οποίο είναι διαρκώς μέσα μας.

 

Όλα αυτά τα λόγια είναι μια διαρκής θεραπεία και φάρμακο στη διαρκή πρόκληση του Προπατορικού Αμαρτήματος μέσα μας, του άγχους, του άγχους της καθημερινότητας: τι θα φάω, τι θα πιώ, πώς θα ζήσω, θα πεθάνω, τι γίνεται. Αυτό το κομμάτι και τα επόμενα είναι βασικά το κυρίως γεύμα, να το πω έτσι, μέσα από το «Πάτερ ημών».

 

Όλα τα υπόλοιπα είναι για να ξεκινήσει αυτό. Δηλαδή, ο άνθρωπος, αν τα προηγούμενα είναι αληθινά, θα του γεννηθεί η ανάγκη να αισθάνεται, ότι το φαγητό του και όλες του οι ανάγκες, όλη του η ζωή η καθημερινή του τα δίνει ο Θεός. Ο άρτος δεν είναι μόνο το φαγητό, είναι όλες οι ανάγκες. Είναι η «πάσα βιοτική μέριμνα» που βλέπουμε πάλι εδώ στο «Πάτερ ημών».

 

Ακριβώς αυτό το πράγμα συμβαίνει και μέσα στη Θεία Λειτουργία, βλέπετε πριν τον Καθαγιασμό. Διότι ο Καθαγιασμός του «Πάτερ ημών» είναι η επόμενη φράση: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτό είναι ο Καθαγιασμός.

 

Όπως λοιπόν στη Θεία Λειτουργία, πριν τον Καθαγιασμό, ο ιερέας λέει, «πάσαν νυν βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν» και βγαίνει και γίνεται η Μεγάλη Είσοδος, έτσι και εδώ τώρα, γίνεται ακριβώς η ανάθεση της βιοτικής μέριμνας στο Θεό, για να μπορέσουμε να περάσουμε στον Καθαγιασμό μας, που θα είναι το επόμενο βήμα: «άφες ημίν ως και ημείς αφίεμεν».

 

Εδώ είναι το επίκεντρο του «Πάτερ ημών», το οποίο θα γεννήσει μετά, στο τέλος και τη δοξολογία, αλλά μέσα από βίωμα, μέσα από παρουσία Αγίου Πνεύματος, όχι μέσα από επιθυμία μόνο. Η Προσευχή του «Πάτερ ημών» γίνεται η σύλληψη. Ο νους μας συλλαμβάνει το Πνεύμα το Άγιο και προχωράει τελικά προς την ένωση με τον Χριστό και εδώ τώρα είμαστε στο κατώφλι του αγιασμού, «τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον», δηλαδή «πάσαν την βιοτικήν  αποθώμεθα μέριμναν», σου δίνουμε όλοι μας τη μέριμνα.

 

Μ. Κ.

 

Βέβαια, ζητούμε τα βασικά πράγματα για το σώμα μας και την σημερινή ημέρα. Είναι πολύ σωστά και πολύ ορθή η ερμηνεία αυτή που δώσατε σε αυτό το σημείο, όμως γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και άλλες ερμηνείες πάνω στον «άρτο τον επιούσιον», όπως είναι ο λόγος του Θεού.

 

Όπως λοιπόν είναι ο άρτος εννοείται αυτή η βασική τροφή για τον άνθρωπο, τα απαραίτητα για το σώμα μας, για την ημέρα, χωρίς να φροντίσουμε βεβαίως υπερβολικά για αυτά, υπάρχει και η ερμηνεία, ότι πρόκειται για τον Λόγο του Θεού, διότι γνωρίζουμε, όταν ήταν στην έρημο ο Κύριός μας απάντησε στον διάβολο, που του είπε να κάνει τις πέτρες ψωμιά, ότι δεν ζει μόνο με άρτο ο άνθρωπος, αλλά και με τον Λόγο του Θεού.

 

Άρα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πνευματικός άρτος, θα λέγαμε ο Λόγος του Θεού και ακόμα κάτι, και μια τρίτη θα λέγαμε ερμηνεία: ο Άρτος, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Ζητούμε τον πνευματικόν Άρτον, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, διότι γνωρίζουμε ότι σε κάθε Θεία Λειτουργία, πριν τη Θεία Κοινωνία, λέμε το «Πάτερ ημών». Πως τα βλέπετε αυτά που ανέφερα, κ. Ανδρέα, στο σημείο αυτό ως επιπρόσθετες ερμηνείες;

 

Α. Χ.

 

Ναι, τα είχα υπόψη μου και εγώ αυτά, πριν κάνω την ανάλυσή μου. Βέβαια, όλα αυτά θα μπορούσε κατ’ επέκτασιν να ερμηνευθούν, αλλά κατά τη δική μου γνώμη εδώ μιλά για το βιοτικό, διότι είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Θα κατανοήσουμε καλύτερα αυτά που λέω με την επόμενη φράση, διότι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μας είναι η Μετάνοια και επιστροφή στην αγκαλιά του Θεού.

 

Γι’ αυτή τη Μετάνοια ο Χριστός έχει Σταυρωθεί. Γι’ αυτή τη Μετάνοια έχει δεχτεί στο Σταυρό την ύψιστη ταπείνωση. Η ύψιστη ταπείνωση του Χριστού στον Σταυρό είναι το ότι δέχθηκε να εγκαταλειφθεί από τον Πατέρα Του. Τα υπόλοιπα είναι πολύ σοβαρά: ο πόνος, όλα αυτά τα πράγματα που λέγονται, η πάλη με τον διάβολο, αλλά σκεφτείτε ότι Αυτός, ο οποίος ουδέποτε χώρισε με τον Πατέρα του, δέχτηκε για χάρη μας, προκειμένου να μας δοθεί από τον Πατέρα η Μετάνοια, δέχτηκε να εγκαταλειφθεί και να πει: «Πάτερ, ίνα τι με εγκατέλειπες» και δεν το άντεξε ως Άνθρωπος και πέθανε μετά.

 

Είναι πολύ σημαντικό να πούμε, ότι ο μεγαλύτερος εχθρός, κατά το Ευαγγέλιο και κατά τους Πατέρες, είναι η βιοτική μέριμνα. Γι’ αυτό και πριν από τον Καθαγιασμό στη Θεία λειτουργία, βεβαίως λέει πρώτα ο Ιερέας, ότι κανένας ο οποίος εμπλέκεται σε σαρκικές αμαρτίες να μην προσέλθει στο Μυστήριο τούτο, αλλά πριν βγει έξω όμως επικαλείται τον χειρότερο εχθρό του ανθρώπου, την βιοτική μερίμνα.

 

Γιατί;

 

Διότι η βιοτική μέριμνα αποκαλύπτει την αποξένωση του ανθρώπου από τον Θεό. Καταλάβατε;

 

Για να δείτε πόσο σοβαρό είναι αυτό, γιατί όλα μπορούμε να τα πούμε, αλλά έχει σημασία πιο είναι το επίκεντρο. Θυμηθείτε την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Ένας άρχοντας έκανε ένα δείπνο και κάλεσε διάφορους και όταν έφτασε η ώρα του δείπνου, αν δείτε τα τρία διαδοχικά όχι που εισέπραξε, είναι όλα για μέριμνες. «Γυναίκα έγημα», «αγρόν ηγόρασα», «ζεύγη βοών ηγόρασα».

 

Ο λόγος που αρνούνται αυτοί που καλέστηκαν δεν είναι κάποια αμαρτία, αλλά η προσκόλληση στα γήινα, η προσκόλληση στην καθημερινότητα, όπως ήταν ακριβώς και το πρόβλημα του Αδάμ στην αρχή, ότι μόνος του θα ζήσει, μόνος του θα θεωθεί.

 

Λέγοντας ο Χριστός, «τoν άρτον ημών τον επιούσιον», βασικά προκαλεί αυτό το πράγμα να το θεραπεύσει, αυτή τη μανία του ανθρώπου, να καταφέρει να ζήσει χωρίς τον Θεό την καθημερινότητά του. Γι’ αυτό είναι γεμάτος με άγχος, διότι ακριβώς λείπει η Πατρική σχέση.

 

Εδώ φανερώνεται η έλλειψη της Πατρικής σχέσης και έρχεται, πριν γίνει όπως είπαμε ο Καθαγιασμός, με το «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» του πιστού την ώρα που προσεύχεται μέσα στο δωμάτιό του. Αυτό είναι η Προσευχή αυτή. Λοιπόν πρέπει να ξεκαθαρίσει το θέμα αυτό, ότι δεν είμαι Πατέρας σου μόνο για να σε ενώσω με τον Υιό Μου, αλλά είμαι Πατέρας σου, διότι Εγώ σε ζω και αν δεν πιστεύεις ότι Εγώ σου δίνω τη τροφή σου, ότι Εγώ σου στέλνω το φαγητό, δεν μπορείς ούτε να ενωθείς με τον Υιό μου.

 

Είναι πολύ σημαντικό αυτό το πράγμα. Γι’ αυτό προσέξτε, αυτό που βάζει τα πράγματα στη θέση τους είναι η λέξη «επιούσιο». Η λέξη «επιούσιο» δείχνει την έμφαση στο θέμα της βιοτικής μέριμνας, διότι η σχέση μας με τον Χριστό, η ένωσή μας δεν είναι επιούσια, είναι διαρκής, καταλάβατε, είναι διαρκής.

 

Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε, ότι, πέραν από την αμαρτωλότητά μας, το σημαντικότερο πρόβλημά μας . . . Βλέπετε κι εμείς, άμα κοιτάξει ο καθένας τον εαυτό του . . . και πολλοί από μας εκεί στη Σύναξη ρωτάνε, γιατί δεν μπορώ να προσευχηθώ;

 

Διότι ο νους σου κολλάει στην καθημερινότητα. Ξυπνάς το πρωί και αντί να είναι κολλημένος ο νους σου στο Χριστό και στη Μετάνοια και στις Εντολές Του – αυτό είναι το ζητούμενο – είναι κολλημένος στο τι θα κάνω στη δουλειά μου, πώς θα λύσω τα προβλήματά μου, θα έχω χρήματα να πληρώσω τα χρέη μου και τους λογαριασμούς μου . . . Και έρχεται ο Χριστός πάλι και λέει «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».

 

Αυτή η Εντολή θα μπορούσε κάλλιστα να μπει εδώ ακριβώς. Πόσο σημαντικό είναι! Επειδή ο Θεός ξέρει πόση αγωνία έχει ο άνθρωπος για το βιοτικά του, έρχεται και του λέει: παιδί μου, εσύ να μετανοήσεις και να ζήσεις μες στην Εκκλησία και όλα τα άλλα Εγώ θα σου τα φροντίσω.

 

Μ. Κ.

 

Πολύ καλά κάναμε λοιπόν και σταθήκαμε σε αυτό το σημείο, κ. Ανδρέα, για να μας πείτε όλα αυτά τα ωφέλιμα για την ψυχή του ανθρώπου και βλέπουμε έτσι με συγκλονισμό τα μηνύματα που απορρέουν από κάθε φράση αυτής της Προσευχής.

 

Θα μπορούσαμε τώρα να περάσουμε και σε αυτό το σημαντικό, όπως μας αφήσατε να καταλάβουμε, σημείο της Κυριακής Προσευχής: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέτες ημών».

 

Είναι μια μίμηση συγχωρητικότητας θα λέγαμε;

 

Α. Χ.

 

Μετάνοιας πρώτα. Πραγματικά θα πρέπει να το τονίσουμε αυτό. Υπάρχει πάντα μια τάση να δώσουμε μεγάλη σημασία στη συγχωρητικότητα, αγνοώντας ότι χωρίς Μετάνοια δεν υπάρχει συγχωρητικότητα.

 

Γιατί χρησιμοποίησα τη λέξη άγνοια;

 

Ο Χριστός, βλέπετε, λέει πρώτα, «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών». Να δούμε καταρχήν, τι σημαίνει ακριβώς η φράση. «Άφες», σημαίνει απελευθέρωσε μας από τα χρέη μας. Τα χρέη μας είναι η έλλειψη αγάπης προς τον Θεό και προς κάθε άνθρωπο συγκεκριμένα και χρονικά και τοπικά. Αυτά είναι τα χρέη.

 

Όταν ο Ανδρέας χρωστά 100.000€ δεν είναι αόριστο. Χρωστά στον Κώστα, στο Μιχάλη, στο κράτος, τα ένσημά του, τους λογαριασμούς του, συγκεκριμένα, με ημερομηνίες και σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Εδώ λοιπόν ζητούμε από το Χριστό να μας απελευθερώσει, άρα σημαίνει ότι είμαστε δούλοι της αμαρτίας. «Πας ο ποιών την αμαρτίαν δούλός εστιν της αμαρτίας».

 

Επειδή μας ενδιαφέρει πάρα πολύ το θέμα της ελευθερίας και στο συγκεκριμένο αιώνα τόσο πολύ το τονίζουμε . . . Τόσο πολύ τονίζουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και εγώ θέλω να είμαι ελεύθερος, να κάνω ότι θέλω. Εγώ ρωτώ;

 

Ποιος είναι ελεύθερος, όταν είναι δούλος στις δικές του αμαρτίες και επιθυμίες; Αφού λοιπόν η δουλεία ξεκινάει από την αμαρτωλότητά μου, άρα μόνος μου υποδουλώνομε, άλλα και μόνος μου, δια του Χριστού, ελευθερώνομαι, εν Χριστώ βέβαια. Προηγείται η Μετάνοια.

 

Γιατί προηγείται η Μετάνοια;

 

Η Μετάνοια καταρχήν, όπως είπαμε, είναι Μυστήριο. Δεν είναι σκέψη, δεν κάθομαι και σκέφτομαι ή γράφω της αμαρτίες. Ποθώ. Για να μπορέσω πράγματι να πω αύτη τη φράση καρδιακά, πρέπει να νιώσω, ότι είμαι δούλος της αμαρτίας. Πρέπει να νιώσω, ότι έχω το βάρος της αμαρτίας, τη θλίψη, την ταραχή, το άγχος. Πρέπει να νιώσω, ότι είμαι αποξενωμένος από τον Θεό και τους ανθρώπους.

 

Διαφορετικά, πώς θα γίνει κραυγή αυτό; Διότι είναι κραυγή: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών». Κραυγή είναι. Ελευθέρωσέ μας από τις αμαρτίες μας. Και ο Θεός, όταν πραγματικά έχεις αυτό τον πόθο – πόθος μετάνοιας – τότε σε ελευθερώνει. Δεν θα προλάβεις να το πεις και θα νιώσεις ότι ανοίγει η καρδιά σου και νιώθεις ένα ξαλάφρωμα. Κάποιος έφυγε, ο διάβολος, και κάποιος ήρθε, ο Χριστός.

 

Κοιτάξτε τώρα, πώς το «Πάτερ ημών» πάει και στα Μυστήρια. «Αποτάσσομαι τω σατανά», λέμε πριν τη Βάφτιση, «και συντάσσομαι τω Χριστώ», τρεις φορές, και «συνεταξαμην». Εκείνη την ώρα που απελευθερώνομαι καταλαβαίνω, ότι έφυγε ένα βάρος από μέσα μου και αυτό το βάρος και αυτή η δουλεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ζωή που κρύβει η αμαρτία μέσα της και εκείνη την ώρα μου αποκαλύπτεται, διότι εισέρχεται μέσα ο Βασιλεύς της Δόξης. «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών» και οι «πύλες» είναι η καρδιά μας πρώτα. Πρώτα η καρδιά μας. Ανοίγουν οι πύλες της καρδιάς και έρχεται ο Βασιλεύς της Δόξης.

 

Γι’ αυτό λέω, ότι ο Καθαγιασμός που γίνεται στην Εκκλησία, στην Αγία Τράπεζα . . . εδώ η καρδιά είναι η Αγία Τράπεζα και γίνεται ο Καθαγιασμός του ανθρώπου, ο οποίος ζητά από τον Χριστό να του συγχωρέσει τις αμαρτίες του, να τον ελευθερώσει. Μετά ο άνθρωπος αισθάνεται την Άφεση των αμαρτιών και λέει, «ως και ημείς» προσέξτε τη λέξη «ως». Δηλαδή, όπως Εσύ με ελευθέρωσες από τις αμαρτίες μου, έτσι και εγώ τώρα θα ελευθερώσω τον άλλον από τις αμαρτίες του απέναντι σε μένα, «ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».

 

Η συγχώρεση . . . Βέβαια, όλα ξεκινούν από το Μυστήριο της Εξομολόγησης, αλλά, εάν δεν υπάρχει η καρδιακή εξομολόγηση και συγχώρεση του ενός προς τον άλλον, ούτε το Μυστήριο εκείνο ισχύει. Αν εγώ δηλαδή πάω να εξομολογηθώ, χωρίς να έχει προηγηθεί μέσα μου η Μετάνοια απέναντι σε εσένα, να πω: Θεέ μου συγχώρα με που έβλαψα τον φίλο μου τον Μάριο και συγχωρώ από καρδιάς τον Μάριο που με έβλαψε, δεν πρόκειται να εξομολογηθώ, δεν θα γίνει το μυστήριο. Θα πάω εκεί και θα γίνει μια ψυχολογική διεργασία. Ο Θεός εκεί είναι, εγώ δεν θα το καταλάβω .

 

Έχει μεγάλη σημασία αυτό που θα σας πω τώρα για την συγχωρητικότητα. Μόνο ο Θεός συγχωρά αμαρτίες και το πλεονέκτημα ακριβώς αυτού που μετανοεί είναι, ότι, παίρνοντας την Άφεση των αμαρτιών από τον Θεό, ουσιαστικά παίρνει το Μυστήριο της Αφέσεως των αμαρτιών προς τον άλλο.

 

Γι’ αυτό δεν υπάρχει συγχώρεση χωρίς Μετάνοια, διότι με τη Μετάνοια παίρνεις το δικαίωμα, το μυστήριο, την εξουσία από το Θεό, που είναι μόνο του Θεού η εξουσία. Όχι μόνο θεραπεύεσαι, όχι μόνο ενώνεσαι με τον Χριστό, όχι μόνο συγχωρούνται οι αμαρτίες σου, αλλά παίρνεις την εξουσία εσύ να συγχωρήσεις τον άλλον που σε έβλαψε.

 

Γι’ αυτό ο Χριστός είναι αυστηρός και λέει: «αν δεν συγχωρέσεις τον άλλον, ούτε εγώ θα σε συγχωρέσω». Ας θυμηθούμε εδώ και την Παραβολή των μυρίων ταλάντων. Αυτός, ο οφειλέτης των μυρίων ταλάντων στον άρχοντα της περιοχής πήγε μπροστά του, όταν έληξε η ημερομηνία του χρέους. Δεν είχε να δώσει τίποτα, να ξεχρεώσει και έκλαιγε, και “σε παρακαλώ, βοήθησέ με, συγχώρεσέ με, μη μου πάρεις τη γυναίκα και τα παιδιά μου, την περιουσία μου”.

 

Τον λυπήθηκε, λέει, ο άρχοντας και βγαίνοντας έξω, βλέποντας τον σύνδουλό του, που χρώσταγε σε αυτόν, δεν τον συγχώρησε. Τότε ο άρχοντας το έμαθε και τον καταδίκασε σε αυτό που έπρεπε να καταδικαστεί ο οφειλέτης των μυρίων ταλάντων, ενώ τον είχε συγχωρέσει στην αρχή.

 

Είναι πραγματικά αδύνατον . . . συγχωρέστε με που θα το πω: Η μεγαλύτερη βλασφημία που μπορεί να πει ένας άνθρωπος είναι ότι συγχωράει τον άλλον, χωρίς πρώτα να μετανοήσει. Είναι βλασφημία. Η συγχώρεση είναι ότι πιο Άγιο. Ο μόνος, ο μόνος έχων τη δυνατότητα Αφέσεως αμαρτιών είναι ο Θεός και οι Ιερείς, που ο Θεός δίνει πάλι στους Ιερείς, αλλά και στον καθένα μας την ώρα που προσευχόμαστε, αλλά πάλι ο Θεός το δίνει. Δεν μπορείς να συγχωρέσεις, αν δεν συγχωρεθείς, διότι δίνεις εκείνο που πήρες.

 

Εδώ θα σας πω κάτι πολύ σημαντικό. Είχα συναντηθεί κάποτε, μέσω κάποιας γνωστής στην Αμερική, με κάποιον Καθολικό, ο οποίος είναι διορισμένος από την Καθολική Εκκλησία να διδάσκει σε όλο τον κόσμο την συγχωρητικότητα. Είναι πολύ γνωστός, δεν θα πω το όνομά του, παρά πολύ γνωστός. Και επειδή ήταν γνωστή μου αυτή η κυρία, της είπα, όταν έρθεις στην Ελλάδα, θέλω να συναντηθούμε. Συναντηθήκαμε. Αυτός μιλά μόνο για συγχωρητικότητα. Δεν μιλάει για Μετάνοια και εδώ φαίνεται καθαρά η αδυναμία των Λατίνων. Δεν ξέρουν, τι είναι Μετάνοια.

 

Δυστυχώς, σήμερα φτάσαμε κι εμείς στο σημείο να μην ξέρουμε, τι είναι Μετάνοια. Όλοι γοητευόμαστε να συγχωρούμε, αλλά πώς θα συγχωρέσεις, αν δεν συγχωρεθείς. Εδώ έρχεται ο Χριστός και μας λέει: «υποκριτά, έκβαλε την δοκόν σου», μετανόησε δηλαδή, «ίνα διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος εκ του οφθαλμού του αδελφού σου».

 

Προσέξετε τη λέξη. «Διαβλέπω» σημαίνει, ότι βλέπω διά του Ιησού. «Διαβλέπω», δεν λέει βλέπω. Μπήκε μέσα μου ο Χριστός, όταν μετανόησα και εν Χριστώ συγχωρώ τον άλλον. Γι’ αυτό είπα, δεν γίνεται, δεν μπορεί να συγχωρέσεις τον άλλο, παρά μόνο εν Χριστώ. Αυτός που διδάσκει οτιδήποτε άλλο πραγματικά είναι βλασφημία αυτό το πράγμα.

 

Του το είπα του Καθολικού και πιστέψτε με δεν κατάλαβε τίποτα. Ανταλλάξαμε τόσα e-mail, του το είπα 500 φορές, του έφερνα τα χωρία της Αγίας Γραφής, όχι δικά μου λόγια, ακριβώς αυτό που λέμε τώρα. Εξακολουθεί να κάνει το ίδιο πράγμα. Αυτό που κάνει αυτός είναι αυτό που πρόθυμα όλοι οι αμαρτωλοί άνθρωποι κάνουν. Πολλοί χαίρονται να συγχωρούν τους άλλους, τους αμαρτωλούς. Τον εαυτό τους ξεχάσανε όμως.

 

Μ. Κ.

 

Ακριβώς, κ. Ανδρέα, διότι ποιά συγχωρητικότητα μπορεί να υπάρξει, όταν ο άνθρωπος θεωρεί, ότι δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να μετανοήσει και βλέπει το λάθος του άλλου και λέει, με αυτόν τον τρόπο που μας θυμίζει και την εικόνα εκεί στην Παραβολή του «τελώνου και του φαρισαίου», ότι αυτός ήταν καθαρός και έκανε όλα όσα διατάσσει ο νόμος και έλεγε, δεν είμαι σαν αυτόν τον τελώνη.

 

Όταν κάποιος λέει, ότι συγχωρώ τον άλλον που σφάλλει, που κάνει αμαρτίες, αλλά προσωπικά εγώ δεν έχω τίποτε να μετανοήσω, αυτό ακριβώς αφήνει να εννοηθεί, διότι εδώ σήμερα είναι βασική προϋπόθεση, όπως μας είπατε, η Μετάνοια του ανθρώπου, να ζητήσει συγχώρεση, Μετάνοια, αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής στην ουσία και τότε θα έρθει με τη χάρη του Θεού η δύναμη να συγχωρέσει και αυτόν πού έσφαλε εναντίον του, που μπορεί να έσφαλε πάρα πολύ σκληρά.

 

Εμείς φανταζόμαστε μικροπροβλήματα, αλλά τι γίνεται, όταν κάποιος βλάψει το παιδί μας π. χ. ή εμάς τους ίδιους. Εκεί είναι που έρχεται η χάρις του Θεού για να δυναμώσει την καρδία, έτσι ώστε να συγχωρεί ο άνθρωπος και έχουμε παραδείγματα στην Εκκλησία μας, όπως ο Άγιος Διονύσιος που συγχώρεσε το φονιά του αδελφού του. Είναι παράδειγμα αυτό συγχωρητικότητος, που μπορούμε να δείξουμε σε αυτές τις απόψεις που μας είπατε και εσείς ότι κυκλοφορούν, και μεθοδευμένα μάλιστα, διδάσκοντας τη συγχωρητικότητα άνευ της Μετάνοιας. Ο Άγιος Διονύσιος, βεβαίως, ζούσε μια ζωή συνεχούς Μετανοίας, για να φτάσει σε αυτά τα ύψη αγιότητας, να συγχωρέσει τον φονιά του αδελφού του.

 

Α. Χ.

 

Θέλω να πω και κάτι εδώ. Ένας άγιος Γέροντας μου είπε το εξής, ότι, όταν ο άνθρωπος φτάσει καρδιακά μέσα του να συγχωρεί από καρδιάς τους εχθρούς του, αφού πρώτα έχει μετανοήσει, αφού πρώτα μετανοεί – αυτά είναι διαρκή έτσι, δεν υπάρχει στατικότατα – . . .

 

Αυτός που άφησε την Μετάνοια μια μέρα, μια στιγμή, δεν σημαίνει ότι έμεινε στο ίδιο σκαλοπάτι, σημαίνει πήγε 100 σκαλοπάτια πίσω. Και, όπως λέει ο Χριστός, έχει μεγάλη σημασία αυτό, ότι όταν φύγει ο διάβολος από τον άνθρωπο, δηλαδή εννοεί, όταν μετανοεί και φύγει ο διάβολος, περιστρέφεται, λέει, γύρω από αυτόν και περιμένει να ξαναγυρίσει και μόλις τον βρει σε αδράνεια, σε ραθυμία, στην τεμπελιά, τότε επιστρέφει, λέει, με άλλους 7, και γίνονται «τα έσχατα χείρονα των πρώτων».

 

Αυτό πρέπει να το τονίσουμε. Και το άλλο που λέει ο Χριστός, «γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν». Δηλαδή, όλα αυτά που λέμε τώρα δεν είναι στατικά, είναι δυναμικά και ανά πάσα στιγμή ανατρέπονται. Αυτός που μετανοεί μπορεί να γίνει αμετανόητος και αυτός που είναι αμετανόητος μπορεί να αρχίσει να μετανοεί.

 

Γι’ αυτό η μεγαλύτερη αρετή είναι αυτή η εγρήγορση, που λέει ο Χριστός εδώ. Να κατανοήσουμε πόσο σημαντικό είναι. Πόσο σημαντικό είναι να είμαστε σε εγρήγορση, διότι αυτή η εγρήγορση τελικά είναι το δυναμικό στοιχείο της ενότητας με την Αγία Τριάδα.

 

Χωρίς αυτό, αν υπάρχουν διακυμάνσεις πάνω κάτω, τότε ο Θεός θα περιμένει, πότε θα έρθει η εγρήγορση για να γίνει η ένωση, διότι μετά η ένωση είναι πράγματι κάτι και στατικό και δυναμικό μέσα στον άνθρωπο, κάτι πολύ δυνατό. Με τον Χριστό, εννοώ, και δια του Χριστού με την Αγία Τριάδα.

 

Αυτός ο οποίος ζει αυτή την κατάσταση της συγχωρητικότητας, της μετάνοιας και συγχωρητικότητας ακριβώς μετέχει σ’ αυτό που λέει η Εκκλησία, γενική Ιεροσύνη. Αυτή είναι η γενική Ιεροσύνη που δυναμικά είναι κάθε άνθρωπος. Από εκεί και πέρα υπάρχει η ειδική Ιεροσύνη που είναι οι Ιερείς μας, όπως τους γνωρίζουμε.

 

Μου είπε αυτός ο άγιος Γέροντας, που σας είπα στην αρχή, ότι η Εκκλησία παλαιά ακριβώς, βλέποντας έναν τέτοιον άνθρωπο να ζει αυτή τη κατάσταση, τον καλούσε στην Ιεροσύνη, στην ειδική Ιεροσύνη εννοώ.

 

Επομένως, είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό και γι’ αυτό οι Ιερείς και οι Μοναχοί φοράνε μαύρα ράσα, διότι υποτίθεται και πρέπει αυτό που λέμε τώρα να είναι η καρδιακή τους ζωή. Αυτό σημαίνει το ράσο που φοράνε: Η διαρκής Μετάνοια. Το μαύρο ράσο είναι ο συμβολισμός της διαρκούς Μετάνοιας, της συγχώρεσης και της Άφεσης των αμαρτιών.

 

Μ. Κ.

Σε αυτό το σημείο να πούμε, ότι είναι μια πολύ καλή γέφυρα στο να περάσουμε σε αυτό που λέει η Κυριακή Προσευχή: «και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν».

 

Κάνατε έτσι μια νύξη εισαγωγικά περί πειρασμού. Μας είπατε ότι ο Κύριος μας λέει να γρηγορούμε, να υπάρχει αυτή η εγρήγορση, για να μην πέσουμε σε πειρασμό και βλέπουμε μέσα από την Κυριακή Προσευχή, όπως μας παρέδωσε ο Κύριος, ο άνθρωπος να προσεύχεται να μην πέσει σε πειρασμό. Παρακαλούμε λοιπόν τον Θεό και Πατέρα μας να μας προστατεύσει από αυτό το ζήτημα. Να μην μπούμε σε πειρασμούς.

 

Α. Χ.

 

Να ερμηνεύσω αυτό που είπες Μάριε. Προσέξτε τη λέξη, «εισενέγκης» ή προηγουμένως, «ίνα μη εισέλθητε». Δεν είναι απλά, ότι είναι μια ενέργεια πειρασμική, η οποία με προσβάλλει. «Εισέρχομαι εις πειρασμόν», σημαίνει ότι γίνεται μια, όχι ένωση, αλλά μια πώς να το πω, σαν να μπαίνω μέσα στον πειρασμό. Τον πειρασμό, όχι την πράξη του πειρασμού.

 

Όταν λέει «πειρασμό» εδώ δεν εννοεί, ας πούμε, αρρώστια. Εννοεί τον ίδιο το διάβολο, τον πειρασμό. Γι’ αυτό είπα προηγουμένως, φεύγει ο διάβολος και γυρίζει με άλλους επτά. Πρέπει να καταλάβουμε, ότι, όπως πίσω από την τήρηση των Εντολών υπάρχει ένωση με τον Χριστό, η παράβαση των Εντολών, δεν μπορούμε να πούμε, ότι είναι ένωση με τον διάβολο, δεν ενωνόμαστε με τον διάβολο, αλλά μας περιλούζει. Εκείνος θέλει να ενωθεί μαζί μας, αλλά δεν μπορεί, διότι δεν είναι Θεός. Ο Θεός όμως μπορεί, διότι πήρε την ανθρώπινη φύση.

 

Γιατί λέει ο Χριστός εδώ, σε αυτό το σημείο, «και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού»;

 

Διότι ο άνθρωπος ακριβώς που μετανοεί, έρχεται σε σύγκρουση με τον ίδιο τον πειρασμό. Πρώτα απ’ όλα τον ίδιο τον πειρασμό. Ύστερα ο πειρασμός βάζει άλλους να τον κατηγορούν. Αναφέρομαι τώρα για τους ανθρώπους που έχουν προχωρήσει σε Προσευχή. Παράδειγμα μέγα ο σήμερα εορταζόμενος Άγιος, ο Άγιος Νεκτάριος.

 

Ο Άγιος Νεκτάριος, ο οποίος ακριβώς, επειδή ήταν άνθρωπος Προσευχής, τάραξε τον πειρασμό και τους έβαλε όλους εκεί στην Αλεξάνδρεια να στραφούν εναντίον του και όταν γύρισε στην Ελλάδα πάλι το ίδιο. Τον κυνηγούσανε, τον φτύνανε, τον κοροϊδεύανε, δεν ήταν δεσπότης. Τον ρίξανε κάπου εκεί στην Κύμη να κάνει ένα κήρυγμα και μάλιστα μια φορά, όταν ανέβηκε να κηρύξει, τον γιουχάϊσαν από κάτω, σε σημείο που έκλαψε και είπε: Χριστέ μου, γιατί; Τόσο πολύ τον εξευτέλιζαν. Ήρθε σε κόντρα με τον πειρασμό.

 

Ο άνθρωπος λοιπόν ο οποίος μετανοεί και συγχωρεί, βλέπει μέσα του την αντίσταση του πειρασμού και την προσπάθειά του να μην τον αφήσει να μετανοήσει, να τον ρίξει σε αμαρτία και να τον γοητεύσει. Δηλαδή, παίρνει πείρα του πειρασμού αυτός που μετανοεί και συγχωρεί κι ύστερα βλέπει αυτό που έπαθε ο οφειλέτης μυρίων ταλάντων.

 

Ότι για να συγχωρέσει τον άλλο, πάλι έρχεται ο πειρασμός και τον εμποδίζει, διότι ξέρει ο πειρασμός, ότι αν ο Ανδρέας δεν συγχωρήσει τον Μάριο, θα χάσει την Μετάνοια που είχε προηγουμένως και δεν με αφήνει να σε συγχωρέσω και μου λέει, “εντάξει, εσύ του έφταιξες λίγο και αυτός σου έφταιξε πολύ”.

 

Δηλαδή, μέσα από αυτή την πείρα της Μετάνοιας, αντιλαμβάνεται, πόσο οδυνηρό πράγμα είναι πρώτον η έλλειψη Προσευχής, που μας φέρνει σε μια . . . όχι ενότητα – ας αφήσουμε την λέξη ενότητα – να “συνερχόμαστε” με τον πειρασμό και από την άλλη η προσπάθειά μας να απεξαρτηθούμε από τον πειρασμό, διότι αυτός “ενώνεται” μέσω των αμαρτιών μας με εμάς – τη λέξη “ενώνεται” σε εισαγωγικά. Είναι τόσο οδυνηρό αυτό που λέει: όχι, όχι άλλον πειρασμό, «και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Μακριά από μένα ο διάβολος, κατάλαβα. Κατάλαβα ότι με τις αμαρτίες μου ενώνομαι με το διάβολο. Δεν θέλω τις αμαρτίες μου, γιατί δεν θέλω να ενώνομαι με τον διάβολο.

 

Αυτή είναι η ανώτερη ωριμότητα του ανθρώπου. Αν προσέξετε προς το τέλος, πριν τη δοξολογία, «ότι σού εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα». Είναι η ανώτερη ωριμότητα του ανθρώπου που λείπει από τον καθημερινό άνθρωπο. Ο καθημερινός άνθρωπος, που δεν έχει αυτή τη ζωή που λέμε, αλλά και ο άνθρωπος της Εκκλησίας που δεν έχει αυτή τη ζωή, δεν γνωρίζει. Ο πνευματικός άνθρωπος γνωρίζει, ότι, μόλις παραβεί Εντολή του Θεού, νιώθει το διάβολο. Νιώθει την ενέργειά του, την παρουσία του. Νιώθει, ότι μόλις παραβεί Εντολή του Θεού, το νιώθει, νιώθει αποξένωση αμέσως από τον Θεό και αυτό το πράγμα τον βάζει σε συναγερμό: Πω πω, Θεέ μου, συγχώρεσέ με! Παίρνει τη συγχώρεση και πάλι ενώνεται με τον Χριστό.

 

Όλη αυτή η εμπειρία, λοιπόν, τον κάνει πάλι να κραυγάζει και να λέει: σε παρακαλώ, «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν». Μην επιτρέψεις να έρθει πάλι πειρασμός σε μένα, είτε με πράξεις, είτε με οτιδήποτε, αλλά «ρύσαι με». Μακριά. Δεν θέλω να το ξαναδώ. Αποτάσσομαι τον σατανά. Κάπως έτσι η φράση αυτή.

 

Εδώ ο άνθρωπος σαν ένας ή σαν σύνολο, Εκκλησία, αντιλαμβάνεται τελικά, ότι όλη αυτή η παγίδα του διαβόλου . . . που δεν ακούσαμε την Εντολή Του τότε, αλλά και που δεν την ακούμε και τώρα, καθημερινά, τελικά ήταν παγίδα του διαβόλου. Το αντιλαμβανόμαστε και λέμε: μακριά από αυτόν. Όπως, ας πούμε, εμείς είμαστε δύο συνεταίροι και κάποια στιγμή ανακαλύπτεις εσύ, ότι εγώ σε έκλεβα και λες: μακριά από τον Ανδρέα. Δεν θέλω να έχω καμία σχέση μαζί του.

 

Το επόμενο βήμα είναι: «ότι σού εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα». Δηλαδή, το επόμενο βήμα είναι, ότι αυτό το σημείο μας αποξενώνει από το διάβολο ουσιαστικά, για να μας ενώσει μετά με τη δύναμη και τη βασιλεία και δόξα του Θεού.

 

Μ. Κ

 

Μάλιστα κ. Ανδρέα. Ο Θεός, λοιπόν, πάντα να μας καθοδηγεί να αποφεύγουμε τις παγίδες του πονηρού και να προοδεύουμε στην κάθε αρετή και στον πνευματικό αγώνα.

 

Οδεύουμε σιγά σιγά προς το τέλος της εκπομπής μας, μια εκπομπή στην οποία μας καθηλώσατε με τον ωραίο και πατερικό λόγο σας, κ. Ανδρέα, που μας μεταφέρατε έτσι τα μηνύματα και τα νοήματα της Κυριακής Προσευχής.

 

Μια μικρή μεν Προσευχή, αλλά τεράστια σε πνευματικό πλούτο. Όλα τα αιτήματα της Κυριακής Προσευχής, όπως καταλάβαμε, μας βοηθούν να ελευθερωθούμε από τη φιλαυτία μας, από τον εγωισμό μας. Να μη ζούμε δηλαδή εγωιστικά, για τον εαυτό μας, αλλά για τον Θεό και τον συνάνθρωπό μας.

 

Όσο λοιπόν αδειάζουμε από τη φιλαυτία μας, τόσον εισέρχεται μέσα μας ο Θεός. Αυτό ήταν έτσι κάτι που κράτησα απ’ αυτά που είπαμε, κυρίως από την αρχή της Κυριακής Προσευχής αλλά και στο σημείο όπου επικεντρωθήκαμε εκεί που λέει: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέτες ημών», αλλά και γενικότερα τα μηνύματα και τα νοήματα ολόκληρης της Κυριακής Προσευχής εμπεριέχονται πιστεύω μέσα στην εκπομπή μας, στο λίγο χρόνο που είχαμε της μιας ώρας, και για αυτό σας ευχαριστούμε πάρα πολύ κ. Ανδρέα.

 

Α. Χ.

 

κ. Κασσιανίδη, επιτρέψτε μου να τελειώσουμε με την τελευταία φράση του «Πάτερ ημών»: «ότι σού εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα». Προσέξτε, διότι σε Εσένα ανήκει η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα. Εδώ λοιπόν είπαμε, ότι η ωριμότερη στιγμή είναι ότι καταλάβαμε ότι την πατήσαμε από το διάβολο, να το πω έτσι, και δεν τον θέλουμε.

 

Μα δεν τελειώνει εδώ το «Πάτερ ημών», αλλά προσέξτε τη σοφία της Εκκλησίας. Το τελευταίο κομμάτι το δίνει στον Ιερέα, που ο Ιερέας συμβολίζει ως θεσμός τον καθαρόν άνθρωπον, που είναι ακριβώς η εικόνα του Θεού. Η Ιεροσύνη αυτό είναι.

 

Και λέει ο Ιερέας: «ότι σού εστιν ή βασιλεία . . .». Σαν να απολογείται το ανθρώπινο γένος, ότι δεν ανήκει σε εμένα η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, όπως νόμισα – ο Αδάμ δηλαδή, που νόμιζε ότι θα γίνει Θεός χωρίς τον Θεό -, αλλά ανήκει σε Σένα, η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα.

 

Αυτό είναι το τελικό. Να κατανοήσει το ανθρώπινο γένος, ότι η δύναμη, η βασιλεία και η δόξα ανήκει στον Θεό και όχι στον άνθρωπο. Και αυτό ακριβώς είναι το τέλος, το ατελείωτο τέλος της συνειδητοποίησης της δόξας του Θεού από τον άνθρωπο.

 

Ότι σ’ Αυτόν ανήκει η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα. Από εδώ δηλαδή, με την τελευταία φράση, ουσιαστικά να το πω έτσι, αρχίζει η πνευματική ζωή, διότι ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται, ότι η Βασιλεία των Ουρανών είναι μέσα του.

 

Μ. Κ.

 

Ακριβώς. Αυτό το καταληκτικό που μας αφήσατε, δηλαδή το κομμάτι που λέει ο ιερεύς, είναι το επισφράγισμα θα λέγαμε, το αποκορύφωμα έτσι όλης αυτής της ωραίας προσέγγισης που είχαμε πάνω στην Κυριακή Προσευχή.

Σχετικά άρθρα

Ξεκινήστε να γράφετε τον όρο αναζήτηση επάνω και πατήστε enter για Αναζήτηση. Πατήστε ESC για ακύρωση.

Επιστροφή στην κορυφή