Ενανθρώπιση Χριστού

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΣΥΝΑΞΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΘΕΡΑΠΟΝΤΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2014

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Όταν κανείς προσπαθεί να κατανοήσει το μεγάλο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, ότι δηλαδή ο Θεός, ο Λόγος του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, με την ευδοκία του Πατρός, εν Αγίω Πνεύματι προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, το ανθρώπινο σώμα από την Υπεραγία Θεοτόκο, μένει άφωνος και δεν ξέρει τι να πει, γιατί δεν μπορεί να κατανοήσει αυτό το μεγάλο μυστήριο της Ταπεινώσεως και της Αγάπης του Τριαδικού Θεού για τον άνθρωπο, αλλά και για όλη τη Δημιουργία Του.

 

Δεν μπορεί να κατανοήσει ο νους μας, πώς ο Θεός ανέμενε τόσους αιώνες. Θα ακούσουμε την Κυριακή προ των Χριστουγέννων, Κυριακή των Προπατόρων, ολόκληρες γενεές ανθρώπων, οι οποίοι εργάστηκαν μυστικά μέσα τους και έφερναν μέσα τους τον Θεό σιγά σιγά, από γενεά σε γενεά, ώσπου έφτασαν οι Προσευχές και όλη αυτή η ζωή να καρποφορήσει στο πρόσωπο μιας μικρής παιδούλας, της Μαριάμ, η οποία γεννήθηκε από δυο γονείς αγιότατους, τον Άγιο Ιωακείμ και την Αγία Άννα. Σε μεγάλη ηλικία ήταν οι γονείς της, όταν συνελήφθη η Παναγία.

 

Μια μέρα, σε μικρή ηλικία, οι Πατέρες λένε 15 ετών ήταν η Παναγία, όταν δέχθηκε τον Ευαγγελισμό, ο οποίος σήμαινε ταυτόχρονα και τη σύλληψη του μικρού Ιησού, εκείνη την ώρα δηλαδή, που μίλαγε ο Αρχάγγελος και η Παναγία ρώτησε, πώς είναι δυνατόν να γεννήσω εγώ, αφού δε γνωρίζω άντρα και της είπε ότι θα την επισκιάσει Πνεύμα Άγιο και Δύναμις του Υψίστου.

 

Πώς το Πνεύμα το Άγιο καρποφόρησε μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου και ενώθηκε η Θεοτόκος με το Πνεύμα το Άγιο και συνελήφθη ο μικρός Χριστός;

 

Μένουμε άφωνοι, διότι δεν μπορούμε να καταλάβουμε το Μυστήριο της Ταπεινώσεως του Θεού και της συστολής Του, γιατί εμείς οι άνθρωποι ενεργούμε εντελώς διαφορετικά, εγωκεντρικά. Όσο και να αγαπάμε, ό,τι καλό και να κάνουμε, σε τελική αναφορά βρίσκεται ο εαυτός μας. Ενώ ο Θεός είναι Θεός Αγάπης, Ταπείνωσης, Κένωσης, Συστολής και ακριβώς αυτό είναι που δεν μπορούμε να καταλάβουμε, όταν προσπαθούμε να αντιληφθούμε αυτές τις μέρες και όλο το χρόνο και διαρκώς τη Θεία ενανθρώπιση.

 

Όπως γνωρίζουμε, ο Θεός είναι Πνεύμα και εδώ λαμβάνει Σώμα, σώμα ανθρώπινο και με αυτό τον τρόπο μας πλησιάζει. Μας δίνει τη δυνατότητα, τρώγοντας το Σώμα και το Αίμα Του, την Θεανθρώπινη Σάρκα Του, να μπορέσουμε να ενωθούμε με τον Θεό, διότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, έχει ανθρώπινη φύση, αυτή είναι η φύση που έλαβε από την Παναγία και η οποία αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους την ημέρα των Χριστουγέννων στο πρόσωπο του Θείου Βρέφους, και τη Θεία φύση, η οποία είναι η φύση που έχει ο Θεός Πατέρας και το Πνεύμα το Άγιο, είναι Θεός.

 

Μας είπε τις προϋποθέσεις που βρίσκονται ακριβώς μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, με τις οποίες θα μπορέσουμε να τρώμε το Σώμα και το Αίμα Του, για να ενωνόμαστε με τον Θεό, τον Ίδιο δηλαδή, και τον Πατέρα και το Πνεύμα το Άγιο, και με αυτόν τον τρόπο, να ζούμε μαζί με το Θεό και ο Θεός μαζί μας.

 

Ο τρόπος είναι ακριβώς τα Μυστήρια της Εκκλησίας, το Βάπτισμα, η Μετάνοια, η Εξομολόγηση, η Θεία Κοινωνία, η όλη Λατρεία, η Θεία Λειτουργία, όλη η ζωή της Εκκλησίας, όπως την παρέλαβαν οι Απόστολοι από τον Χριστό, την παρέδωσαν στους Επισκόπους, στους Ιερείς, στον λαό του Θεού, τόσους αιώνες, δύο χιλιάδες και τόσα χρόνια.

 

Θα καταλάβουμε καλύτερα το νόημα των Χριστουγέννων, αν καταλάβουμε, ότι με τον Χριστό ενωνόμαστε τρώγοντας τη Σάρκα και το Αίμα Του. «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ», αυτός που τρώει τη Σάρκα μου και αυτός που πίνει το Αίμα μου αυτός μένει μέσα μου κι Εγώ μένω μέσα του.

 

Όλη η ζωή μας ακριβώς πρέπει να είναι επικεντρωμένη έτσι στη Θεία Λειτουργία, η οποία μας προσφέρεται στην Εκκλησία μας, να παίρνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού για να γινόμαστε Χριστοί κατά χάριν.

 

Δηλαδή, ο Χριστός, που είναι ο μόνος, ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού – δεν έχει άλλον Υιό, ένας είναι – αυτός λοιπόν ο Ένας, όταν τρώμε το Σώμα και το Αίμα Του, μας δίνει την εξουσία να είμαστε και εμείς Παιδιά του Θεού. Κάτι που δεν έχουμε το παίρνουμε δωρεάν: να γινόμαστε και εμείς Παιδιά του Θεού κι έτσι να μπορούμε να ζούμε τη ζωή της Αγίας Τριάδος, η οποία μας δίνεται μέσα από την ένωσή μας με τον Χριστό.

 

Αυτά όλα, και τα Μυστήρια και η Θεία Κοινωνία, προϋποθέτουν μια διάθεση της καρδιάς μας, η οποία όταν δεν υπάρχει, όλα αυτά είναι νεκρά. Η διάθεση είναι η διάθεση της αγάπης του Θεού, είναι η διάθεση να αντιληφθούμε πράγματι, ότι αν δεν αγαπήσουμε το Θεό με όλη μας την ψυχή, με όλη μας την καρδιά, με όλο μας το είναι, δεν μπορούμε να καταλάβουμε . . . ούτε να ενωθούμε μαζί Του, ούτε να καταλάβουμε τι είναι όλα αυτά τα Μυστήρια. Μιλάω για διάθεση, να υπάρχει διάθεση, μια διαρκής διάθεση.

 

Η διάθεση είναι η αρχή, το μέσον και το τέλος της Πνευματικής Ζωής. Δεν είναι μόνο αρχή. Πρέπει να υπάρχει διαρκώς αυτή η διάθεση. Αυτή η διάθεση είναι που πρέπει να καρποφορήσει μέσα μας την αγάπη για την Προσευχή, την αγάπη για τη Μετάνοια, την αγάπη για την Εξομολόγηση, την αγάπη για τη Θεία Λειτουργία, την αγάπη για τη Θεία Κοινωνία, την αγάπη για να ζούμε μέσα στην Εκκλησία.

 

Όλα αυτά πρέπει να γίνονται με αγάπη κι είναι εύκολο πράγμα να καταλάβουμε, αν γίνονται ή όχι με αγάπη. Ας συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλες εκδηλώσεις της ζωής μας. Όταν τρώμε, τρώμε με αγάπη ή τρώμε γιατί πρέπει; Όταν πηγαίνουμε να δούμε τους φίλους μας και να μιλήσουμε, πάμε γιατί πρέπει; Όλες τις χαρές της ζωής τις κάνουμε γιατί πρέπει να τις κάνουμε; Όχι. Τις κάνουμε γιατί τις αγαπάμε και το μυστήριο είναι το εξής. Διερωτήθηκε κανένας . . .

 

Πολλές φορές εδώ στη Σύναξη άκουσα ερωτήσεις: πώς αγαπάμε το Θεό; Κι εγώ πραγματικά θα αντιστρέψω αυτή την ερώτηση και θα ρωτήσω: πώς αγαπάμε το φαΐ; Με την καρδιά μας το αγαπάμε. Θέλω να πω ότι, γιατί δεν ρωτάμε ποτέ τον εαυτό μας γιατί αγαπάω το φαΐ και ρωτάμε πώς αγαπάω το Θεό; Εννοώ, τι σημαίνει να αγαπώ το Θεό. Ενώ για τα πάθη μας και όλα, τις χαρές της ζωής δεν ρωτάμε κανέναν, ούτε έχουμε καμία απορία γιατί αγαπάμε τα γλυκά, τα φαγητά, τα πάθη, όλα, τα γλέντια, όταν πρόκειται για το Θεό και ακούσουμε κάποιον να λέει, πρέπει να αγαπάμε την Προσευχή απορούμε και λέμε: πώς αγαπάμε την προσευχή; Παραξενευόμαστε.

 

Λοιπόν, προσέξτε, αυτός που παραξενεύεται με αυτό το πράγμα σημαίνει ότι έγινε ανοίκειος με το Θεό, ξένος. Διότι μιλάμε για διάθεση τώρα, δεν σας μιλάω για αγάπη, για θείο έρωτα, που είναι βέβαια καρπός αγιότητας. Μιλάμε για την αρχή, μιλάμε για το στοιχειώδες. Μιλάμε για αυτό που, αν δεν υπάρχει, τίποτα δεν υπάρχει.

 

Ποιος θέλει να ακούσει μια μέρα τη γυναίκα του να του πει: ξέρεις κάτι, δεν σε αγαπάω, αλλά επειδή πρέπει να είμαστε παντρεμένοι, είμαι μαζί σου ή το ανάποδο. Κι όμως, αυτό το πράγμα είναι που διαρκώς προσφέρουμε στο Θεό. Το “πρέπει”.

 

Ο Θεός εδώ με τα Χριστούγεννα, με τη γέννησή Του δηλαδή, μας δείχνει αυτή την απέραντη αγάπη. Είχε καμία ανάγκη ο Θεός να ενωθεί μαζί μας; Μόνο αυτό να σκεφτούμε, από φιλότιμο θα πρέπει να κλαίμε, μόνο γι’ αυτό, και να λέμε: Θεέ μου, πώς καταδέχτηκες και έγινες άνθρωπος και περισσότερο, ως Θείο Βρέφος, που μεθαύριο γεννιέσαι, σε κάθε Θεία Λειτουργία είσαι στα χέρια του Ιερέα, ως Θείο Βρέφος είσαι και τεμαχίζεσαι και μελίζεσαι και διαιρείσαι, και πάντα Ένας είσαι, και σε τρώμε όλοι και σε χορταίνουμε! Πόσο μας αγαπάς;

 

Πώς δεν διερωτόμαστε να πούμε ακριβώς αυτό, πόσο μας αγαπά ο Θεός, που περίμενε τόσο καιρό να βρει μία κορούλα μικρή σαν την Θεοτόκο, αγνή, για να ενωθεί μαζί της, να μας προσφέρει τον Υιόν του και μέσα από τον Υιόν του, ενωνόμενοι με τον Υιόν Του, να ενωθούμε μαζί Του. Πόσο μας αγαπά ο Θεός! Νομίζω, ότι το μεγάλο μας πρόβλημα σήμερα, σε σχέση με τους παλιούς χριστιανούς είναι ότι δεν αγαπάμε το Θεό. Ό,τι κάνουμε για το Θεό, το κάνουμε με καθήκον, με μέτρημα, με μίμηση.

 

Ωραίο είναι να διαβάσουμε το Απόδειπνο. Το θέμα είναι να ζούμε το Απόδειπνο. Μπορεί να διαβάζουμε την Προσευχή πριν από τη Θεία Μετάληψη, και τι λέει εκεί; Περιγράφει έναν αμαρτωλό, ο οποίος νιώθει ότι είναι πιο αμαρτωλός από την πόρνη και προσέρχεται στα Θεία Μυστήρια και εμείς, αντί να βλέπουμε το ήθος αυτού που έγραψε αυτό το θαυμάσιο ποίημα και να ζήσουμε, όπως ζει εκείνος και να αντιληφθούμε τη στιγμή εκείνη, όπως την ζούσε εκείνος, έχουμε αγωνία, αν τη διαβάσαμε ή όχι, αν διαβάσαμε το Απόδειπνο ή όχι, αλλά την αγάπη αυτού που το έγραψε δεν θέλουμε να την έχουμε.

 

Ποιό ανθρώπινο δημιούργημα που γίνεται χωρίς αγάπη στέκει; Τίποτα. Όταν ο άνθρωπος κάνει ένα πράγμα με αγάπη μένει αιώνια, ένα δημιούργημα με αγάπη, όπως έκανε τον Παρθενώνα, λέω ένα παράδειγμα τώρα. Ένα απλό δημιούργημα και μένει στους αιώνες, ένα δημιούργημα που έγινε προ Χριστού, έγινε όμως με αγάπη από τους ανθρώπους. Φανταστείτε, όταν ο άνθρωπος με αγάπη προσεύχεται, τι είναι αυτό το δημιούργημα!

 

Τα Χριστούγεννα πρέπει να γίνουν για μας ένα ξύπνημα της συνειδήσεώς μας, ένα ξύπνημα της συνειδήσεώς μας ότι, πώς εγώ καθημερινά απαντώ σε αυτή την Αγάπη του Θεού να γίνει για μένα άνθρωπος και να μου προσφέρεται στο δισκοπότηρο, να τον τρώω και να τον πίνω, να ενώνομαι μαζί Του, να με παρουσιάζει ενώπιον του Πατρός Του, όπως ο Ίδιος λέει, και να χαίρονται και ο Πατέρας και το Πνεύμα το Άγιο και όλες οι Ουράνιες Δυνάμεις αυτή την Αγάπη. Εγώ πώς απαντώ σ’ αυτό;

 

Μας λέει ο Χριστός ποιά είναι η απάντηση. Είναι η τήρηση των Εντολών, είναι η αγάπη να καταλάβουμε ότι μέσα στις Εντολές του Θεού υπάρχει η Αγάπη του Θεού, υπάρχει αλήθεια και η αλήθεια και η Αγάπη του Θεού μένει αιώνια, δεν είναι διαπραγματεύσιμα, και η αλήθεια της Εκκλησίας. Να λέει ο καθένας: εγώ νηστεύω, εγώ δεν νηστεύω, εγώ μετανοώ, εγώ δεν μετανοώ. Αυτός που σκέφτεται έτσι δεν είναι μέσα στην Πίστη.

 

Η απάντηση στη Γέννηση του Χριστού, που θα γίνει σε λίγες μέρες, να το πούμε έτσι “ρομαντικά” – έγινε η Γέννηση του Χριστού και πάντα είναι παρών ο Χριστός, αλλά το γιορτάζουμε όμως και χρονικά και αυτό έχει σημασία – είναι: θα κάνω τη δική μου καρδιά φάτνη να γεννιέται κάθε μέρα μέσα ο Χριστός;

 

Και αυτή η φάτνη πώς γίνεται;

 

Γίνεται ακριβώς με την Προσευχή, με την αγάπη της Προσευχής: της Προσευχής, της Μετανοίας . . . Ο άνθρωπος ομολογεί την αμαρτωλότητά του, τη μικρότητά του, τις αδυναμίες του, την ασθένειά του, όπως ο Τελώνης μπροστά στο Θεό, και περιμένει από τον Θεό πρώτα να τον συγχωρέσει, να τον θεραπεύσει, να τον κάνει άνθρωπο, να ζήσει, να μπορεί να αντιλαμβάνεται την παρουσία του Πατέρα του, αλλά και την παρουσία των αδελφών του, αλλά και την παρουσία του κόσμου, όλης της δημιουργίας, και να χαίρεται και να καταλαβαίνει για ποιο λόγο να έγιναν αυτά. Όλα τα αντιλαμβάνεται σαν αγάπη.

 

Αυτό πρέπει να είναι η απάντηση. Αυτό το ξύπνημα της συνείδησης πρέπει να γίνει τα Χριστούγεννα. Δηλαδή, να ξυπνήσει η συνείδησή μας και να καταλάβει, ότι αυτός ο Θεός, που εμείς Τον έχουμε τόσο μακριά μας, πήρε τη σάρκα μας και μπαίνει μέσα μας με τη Θεία Κοινωνία. Ζητιανεύει την αγάπη μας για να μας σώσει και να μας κρατήσει παιδιά Του αιώνια.

 

Τι θα απαντήσουμε στην αγάπη του Θεού που έγινε άνθρωπος; Αυτό είναι το ερώτημα.

Η απάντηση που δίνει ο καθένας σε αυτό το ερώτημα είναι αυτό που θα καθορίζει πάντα τη ζωή του.

Τελικά, πράγματι ας μας πιάσει ο Θεός τουλάχιστον από το φιλότιμο.

 

Ανδρέας Χριστοφόρου

Σχετικά άρθρα

Ξεκινήστε να γράφετε τον όρο αναζήτηση επάνω και πατήστε enter για Αναζήτηση. Πατήστε ESC για ακύρωση.

Επιστροφή στην κορυφή