Παράδεισος - Κόλαση

Θέλω να κάνω το καλό και βλέπω μέσα μου πρόχειρο το κακό

Η Πνευματική Ζωή ως καθωσπρεπισμός και όχι ως πόθος Χριστού

Η πρώτη φράση είναι η επιλογή μου ως Προσώπου. Η δεύτερη κατάσταση είναι προεπιλογή της Ανθρώπινής μου Φύσεως.

Το «θέλω», δηλώνει Πρόσωπο. Το «βλέπω μέσα μου πρόχειρο (προεπιλεγμένο, έτοιμο να ενεργοποιηθεί)», δηλώνει αποθηκευμένη Ζωή στη φύση μου.

«Και αν πάντα ταύτα ποιήσετε (επιλογή Προσώπου), αχρείοι δούλοι εστέ (κατάσταση της Ανθρώπινης Φύσεως)», μας λέει ο Χριστός.

Η διάκριση Προσώπου, που είναι καθαρό με τη δημιουργία του από τον Θεό, ως το κέντρο της Ανθρώπινης Ελευθερίας (Επιλογής, Αποφάσεως, Επιθυμίας), και Φύσεως, που είναι προτοποθετημένη Ζωή, ως κατά κάποιο τρόπο μια αποθήκη Ζωής, είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε τον Άνθρωπο.

Η επιθυμία, ως καρδιακή ενέργεια (νοερή ενέργεια του Νου, ως Καρδία) εξέρχεται από την καρδία στον εγκέφαλο, ο οποίος ως επεξεργαστής δίνει στη Νοερή ενέργεια που εκπορεύεται από την καρδία την αντίληψη, τη διαγνωστική δύναμη και τη μεταμορφώνει από επιθυμία σε λογισμό, μια εξέλιξη σκέψεων: αν, πότε, με ποιο τρόπο θα γίνει η επιθυμία πράξη.

Τότε, γίνεται  η εκπορευόμενη από την καρδία νοερή επιθυμία, νοερός λογισμός, σκέψη, λογική ακολουθία.

Από την καρδία εξέρχεται κάθε επιθυμία, είτε Χριστοκεντρική, είτε Εγωκεντρική.

Οι δαίμονες, βλέποντας ότι από την καρδία εξέρχεται η Κακία, περικυκλώνουν αρπακτικά την καρδία και την πιέζουν αφόρητα, την πολιορκούν βιαζόμενοι να ενωθούν με την πονηρή, αμαρτωλή επιθυμία, διότι στη συνέχεια θα μπουν με την αμαρτωλή επιθυμία στον εγκέφαλο του ανθρώπου και θα εγκατασταθούν, συμμετέχοντας στον Λογισμό, ώστε να διαπράττεται η αμαρτία.

Ο Χριστός, βλέποντας τη Χριστοκεντρική επιθυμία τήρησης των Εντολών Του να εξέρχεται από την Καρδία, ανοίγει  εξουσιαστικά την πολιορκία της καρδίας από τους δαίμονες και η καλή επιθυμία ενώνεται με τον εγκέφαλο, ώστε με τον καλό, Χριστοκεντρικό λογισμό να πραγματώνει ο άνθρωπος ως Πράξη την Εντολή του Χριστού ή να Μετανοεί, όταν δεν την πραγματώνει.

Δηλαδή η Καρδία είναι απαραβίαστος χώρος, όπου αποφασίζονται και εξέρχονται οι επιθυμίες.

Είναι ο χώρος του Αυτεξούσιου, όπου ελεύθερα ο Άνθρωπος επιλέγει τις Επιθυμίες του.

Ο Χριστός ταπεινά περιμένει κρούοντας την πόρτα της καρδιάς, ενώ ο διάβολος πιέζει αρπακτικά.

Χριστός και διάβολος περιμένουν την έξοδο από την Καρδία των επιθυμιών και ο καθένας ενώνεται με τις δικές του και ενωμένοι ο Χριστός ή ο διάβολος με την επιθυμία, εισέρχονται στον εγκέφαλο, όπου γεννώνται οι Λογισμοί, του Χριστού ή του διαβόλου.

Μετά, αποφασίζονται εκεί, εάν και πότε και πόσο και σε ποιο χρόνο οι Λογισμοί θα γίνουν Πράξεις.

Αυτή είναι η Ζωή του Ανθρώπου,  η πάλη μεταξύ επιθυμιών του Χριστού ή των Αμαρτιών. Εάν είναι  του Χριστού, ενώνονται με το Άγιο Πνεύμα και τον Χριστό, εάν είναι του διαβόλου, ενώνονται με τις δαιμονικές ενέργειες και τον διάβολο.

Η Τήρηση των Εντολών του Χριστού και η Μετάνοια ως Μυστήριο ενισχύουν διαρκώς αυξανόμενη την Παρουσία του Χριστού, που συγχωρεί, καθαρίζει και ενώνει τον άνθρωπο μαζί Του, ενώ η αμαρτία και η Αμετανοησία αυξάνουν την παρουσία του διαβόλου.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι, όταν η Αμαρτία είναι  καρδιακή επιθυμία, οπότε ο διάβολος είναι παρών,  ενώ η Τήρηση των Εντολών δεν είναι επιθυμία, αλλά καθωσπρεπισμός, απόφαση του εγκεφάλου. Γίνεται μόνο, διότι πρέπει να γίνει το καλό και όχι διότι το λαχταρούμε και το ποθούμε

Τότε, ενώ οι πράξεις του ανθρώπου είναι  καλές, η καρδία του πόρρω απέχει, δεν συμμετέχει ως επιθυμία, αλλά μόνο ο εγκέφαλος που αποφασίζει καλές πράξεις, στις οποίες η καρδιά απέχει και είναι αποξενωμένη.

Δηλαδή ο άνθρωπος τη μεν αμαρτία την επιθυμεί, τις δε Εντολές του Χριστού πρέπει να τις κάνει.

Καρπός της αποξένωσης  της επιθυμίας και της Καρδίας από τις Εντολές του Θεού είναι η αμετανοησία.

Λείπει, δηλαδή, ο πόθος του Χριστού στην Πνευματική Ζωή, που γίνεται «καθωσπρεπιστικά».

Αυτό ακριβώς είναι ο Φαρισαϊσμός, όταν λείπει ο πόθος και η λαχτάρα της τήρησης των Εντολών του Χριστού,  της προσευχής και της μετοχής στα Μυστήρια της Εκκλησίας και όλα γίνονται ψυχρά λογικά, διότι πρέπει να γίνουν.

Σ’ αυτή την περίπτωση, ο πόθος υπάρχει μόνο στην αμαρτία, στο φαγητό, στη σαρκική επιθυμία, στη φιλοδοξία, στην απλή καθημερινότητα και οργάνωση της ζωής μας.

Για τον Θεό υπάρχει μόνο το «πρέπει», ανέραστα, χωρίς δίψα και πείνα Χριστού, χωρίς λαχτάρα να μείνουμε μόνοι ενώπιόν Του, να Του πούμε τις αμαρτίες μας και να συγχωρεθούμε, όπως ο Τελώνης, ο Άσωτος και ο Ληστής!

Σφιγγόμαστε να βρούμε μια αμαρτία και τη γράφουμε, διότι φοβόμαστε μην την ξεχάσουμε, όταν εξομολογηθούμε ή μάλλον νομίζουμε ότι εξομολογούμαστε.

Ξεχνιέται η Αμαρτία, όταν βιώνεται ως πόνος προδοσίας της Αγάπης του Θεού και του πλησίον;

Ανδρέας Χριστοφόρου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα

Ξεκινήστε να γράφετε τον όρο αναζήτηση επάνω και πατήστε enter για Αναζήτηση. Πατήστε ESC για ακύρωση.

Επιστροφή στην κορυφή